«The Crazy Gang»: Η ιστορία της πιο καλτ ομάδας του αγγλικού ποδοσφαίρου

Σαν βγαλμένη από ταινία, η «Crazy Gang» της Γουίμπλεντον πάλεψε με… πολιτική ορθότητα και ποδοσφαιρική λογική και κατάφερε να θριαμβεύσει.

Η μαγεία του ποδοσφαίρου βρίσκεται στην ικανότητα του να παράγει ιστορίες. Μερικές από αυτές, δε, είναι βγαλμένες από τα πιο «υγρά» όνειρα των πλέον ρομαντικών ποδοσφαιρόφιλων. Γυρνώντας πίσω στο καλοκαίρι του 1982, ο Ντέιβ Μπάσετ δεν θα μπορούσε να φανταστεί τι θα ακολουθούσε στη ζωή του μέσα στην επόμενη πενταετία. Στα χέρια του θα περνούσε μία ασυμβίβαστη παρέα ανθρώπων, που έτυχε να βρεθούν στο ίδιο σημείο, την ίδια στιγμή, και σύντομα θα τον έκαναν τον ενορχηστρωτή της επονομαζόμενης «Crazy Gang», της απόλυτα καλτ Γουίμπλεντον της δεκαετίας του ’80.

Ο Μπάσετ ανέλαβε τεχνικός της ομάδας λίγο νωρίτερα, τον Ιανουάριο του 1981, μετά τη φυγή του Ντάριο Γκράντι για την Κρίσταλ Πάλας. Οι «Ντονς» αγωνίζονταν τότε στην τρίτη τη τάξει κατηγορία του αγγλικού ποδοσφαίρου και πάλευαν για την παραμονή της, κάτι που εν τέλει δεν κατάφεραν. Όπως καταλαβαίνετε λοιπόν η ιστορία μας ξεκινά στην χαμηλότερη επαγγελματική βαθμίδα, με την Γουίμπλεντον να προσπαθεί να παίξει όμορφο και θεαματικό ποδόσφαιρο, το οποίο όμως δεν αποδίδει. Δεν υπάρχει το κατάλληλο υλικό για να ευοδωθεί ένα τέτοιο πλάνο στο χορτάρι.

Βλέποντας τα επιθυμητά αποτελέσματα να μην έρχονται, ο Μπάσετ αποφάσισε να αλλάξει τελείως τρόπο παιχνιδιού. Όχι πια οργανωμένες επιθέσεις, καμία προσπάθεια για όμορφο ποδόσφαιρο και ο κανένας ένας και απαράβατος – η μπάλα να μεταφέρεται μπροστά με κάθε τρόπο, όσο άτεχνος και αντιαισθητικός κι αν μοιάζει. Με αυτό το άτσαλο και επιθετικό ποδόσφαιρο (τόσο με την ποδοσφαιρική έννοια του όρου, όσο και την συμπεριφορική) η Γουίμπλεντον τερματίζει 1η στην τέταρτη κατηγορία, συγκεντρώνοντας 98 βαθμούς!

ντέιβ μπάσετ

Ο Μπάσετ απαιτεί από τους παίκτες του να έχουν τουλάχιστον 18 σουτ, δώδεκα κόρνερ και ισάριθμα πλάγια ανά παιχνίδι και μπορεί αυτό να μην προκύπτει μέσα από το ποδόσφαιρο που θα ήθελαν οι ίδιοι να παίζουν, όμως τα αποτελέσματα τον δικαιώνουν με εμφατικό τρόπο. Η επιτυχία του συλλόγου εκείνη τη χρονιά δεν έγκειται τόσο στον τίτλο και την άνοδο σε μία δεδομένα χαμηλή κατηγορία, αλλά περισσότερο στο ότι είχε βρει τον «δρόμο» της επιτυχίας. Η επονομαζόμενη «Crazy Gang» έχει πια γεννηθεί κι έχει μόλις αρχίσει να… τρελαίνεται.

Η επόμενη σεζόν (1983/84) βρίσκει τη Γουίμπλεντον να κατακτά έναν ακόμα προβιβασμό (ως 2η), ενώ στην αρχή της σεζόν θεωρούταν από τα φαβορί για τον υποβιβασμό. Με βασικός πυλώνες τον τερματοφύλακα Ντέιβ Μπίσαντ, τους μέσους Στιβ Γκάλιερς και Γουίλι Ντόουνς και τον επιθετικό Γκλιν Χότζες, οι «Ντονς» φτάνουν στο πρώτο τους θαύμα, ενώ ταυτόχρονα ορίζουν τί σημαίνει να είσαι μέλος της «τρελής συμμορίας» τους. Όλοι οι παίχτες είναι σκληροτράχηλοι, εντός και εκτός γηπέδου, τα καψώνια δίνουν και παίρνουν, τα πειράγματα μεταξύ τους καταλήγουν σε τσακωμούς και, ουσιαστικά, ο τρόπος παιχνιδιού του Μπάσετ αρχίζει να γίνεται βίωμα στους παίκτες του. Κανένα έλεος, είτε πρόκειται για αντίπαλο είτε για συμπαίκτη.

Η επόμενη χρονιά (1984/85) δεν θα φέρει μια ακόμα άνοδο, όμως θα εδραιώσει την Γουίμπλεντον στην δεύτερη κατηγορία, όπου θα τερματίσει με σχετική άνεση στη 12η θέση. Η ομάδα θα συνεχίσει να κάνει αυτό που ξέρει καλά, να παίζει δυναμικά και δυνατά, αλλά η διαφορά ποιότητας και το στάτους της ως νεοφώτιστη δεν θα την αφήσει να αναρριχηθεί ψηλότερα στην βαθμολογία. Παρόλα αυτά η σεζόν δεν θα πάει χαμένη, αφού το ρόστερ θα αποκτήσει δύο από τα πιο «εγκληματικά» μέλη της – ο νεαρός Ντένις Γουάιζ θα έρθει ως ελεύθερος από τη Σαουθάμπτον και ο Λόρι Σάντσεζ με μεταγραφή από την Ρέντινγκ.

ντένις γουάιζ

Αν αυτές οι προσθήκες μοιάζουν σημαντικές, φανταστείτε τι έγινε το επόμενο καλοκαίρι, όταν έσμιξαν με τον Τζον Φαζάνου και τον Βίνι Τζόουνς, τον πιο διάσημο παίκτη της ομάδας και τον πιο χαρακτηριστικό εκφραστή της φιλοσοφίας της «Crazy Gang». Χωρίς να αλλάξει την ουσία του παιχνιδιού της και παίζοντας με το ίδιο πάθος, αυτή η ακόμα σκληρότερη Γουίμπλεντον, τερματίζει 3η και προβιβάζεται στην πρώτη κατηγορία, μετρώντας τρεις ανόδους μέσα σε τέσσερις σεζόν!

Χωρίς να έχει κάποιο μεγάλο μπάτζετ, χωρίς συμβατικούς αστέρες και με ποδοσφαιρικές αρχές μιας άλλης εποχής, η Γουίμπλετον γίνεται πρώτο θέμα συζήτησης, όχι τόσο για το τί έχει καταφέρει, αλλά κυρίως για το πώς το έχει καταφέρει. Πέραν από τον άκρως δυναμικό, συχνά αντιαθλητικό και επιθετικό τρόπο παιχνιδιού, είχαν αρχίσει να γίνονται γνωστές και οι πλάκες που έκαναν αναμεταξύ τους οι παίκτες, με θύμα πολλές φορές ακόμα και τον προπονητή τους!

Στα αποδυτήρια θα συναντούσες χοντροκομμένα αστεία, καφρίλες και κάθε λογής υπερβολή, που κάθε νέο μέλος έπρεπε να μάθει να δέχεται και να επιδίδεται σε αυτά, λες και βρισκόταν σε κάποια σουρεάλ ποδοσφαιρική «φυλακή». Σε αρκετές πηγές τα περιστατικά περιγράφονται ως «τρόποι μύησης» στην φιλοσοφία της ομάδας. Και μπορεί αυτός ο -κακός εννοούμενως- χαβαλές να έχει την φάση του, όμως παράλληλα οι αντίπαλοί της υποφέρουν όταν την αντιμετωπίζουν – και όχι δεν εννοούμε καθαρά αγωνιστικά!

crazy gang

Η εκάστοτε «φιλοξενία» δεν περιλαμβάνει μόνο τα βίαια τάκλιν του Βίνι Τζόουνς ή τους τραμπουκισμούς του Φαζάνου στους αντίπαλους αμυντικούς που έπρεπε να τον μαρκάρουν, αλλά και την γενικότερη υποδοχή στο Πλαφ Λέιν. Αποδυτήρια κρύα, βρώμικα και γεμάτα πεταμένα χαρτιά υγείας, αλάτι (!) αντί για ζάχαρη στο τσάι και χώροι κλειστοφοβικοί με καμμένες λάμπες χωρίς καμία διάθεση ανακαίνισης. Το ίδιο το γήπεδο άλλωστε ήταν αρκετά παλιό, μικρό και δυσάρεστο, σαν να σε προετοίμαζε για τα τάκλιν που θα δεχόσουν με το που θα ακουμπούσες την μπάλα, λες και οι κάρτες για τους «Ντονς» ήταν επιβράβευση και όχι ποινή.

Με τον προβιβασμό της στην πρώτη κατηγορία, τη σεζόν 1986/87, η Γούιμπλεντον θεωρήθηκε ότι έπιασε το ταβάνι και της σύντομα θα γινόταν «ασανσερ», ενώ ακόμα και οι ίδιοι οι οπαδοί της δεν ήταν πολύ σίγουροι ότι θα αντέξει τη διαφορά δυναμικής με τις ομάδες της μεγάλης κατηγορίας. Βέβαια, η «Crazy Gang» ήταν εκεί για να τους διαψεύσει όλους πανηγυρικά. Τερμάτισε με το «καλημέρα» 6η στο πρωτάθλημα και έγινε η ομάδα που κανείς δεν ήθελε να αντιμετωπίσει. Οι αρχές του Μπάσετ παρέμεναν ίδιες και απαράλλαχτες, αλλά οι φανατικοί υποστηρικτές τους είχαν πια αυξηθεί εκθετικά εντός του ρόστερ. Οι παίκτες αγωνίζονταν με παροιμιώδη αυταπάρνηση, δυναμισμό, τσαμπουκά και νεύρο. Γι’ αυτούς κάθε παιχνίδι ήταν σημαντικό, λες και κρινόταν η ζωή τους από αυτό.

crazy gang

Μπορεί το ζητούμενο θέαμα να απουσίαζε παντελώς, αλλά ο δυναμισμός και η ενότητα τους κέρδισαν τόσο τους φιλάθλους όσο και τον Τύπο. Πλέον η Γουίμπλεντον δεν ήταν η ομάδα που έτυχε να πετύχει, αλλά είχε αποδείξει ότι η εντυπωσιακή πορεία της ήταν προϊόν μεθοδευμένης δουλειάς και πλάνου. Η ομάδα δεν είχε χρήματα για να προσελκύσει τους καλύτερους παίκτες που μπορούσε, αλλά είχε την απαραίτητη αύρα για να προσελκύσει τους πιο τρελούς. Δυναμικούς, ακόμα και σχετικά άτεχνους, ποδοσφαιριστές, με προσωπικότητα και τσαμπουκά. «Ο καλύτερος τρόπος να παρακολουθήσεις τη Γουίμπλεντον είναι στο Teletext», έχει πει χαρακτηριστικά ο Γκάρι Λίνεκερ.

Συχνά μάλιστα το Πλαφ Λέιν γινόταν «καταφύγιο» για παίκτες που είχαν απορριφθεί ή μείνει ελεύθεροι από άλλους συλλόγους, ως αποτυχημένοι. Ο Μπάσετ ήξερε πως δίνοντας ευκαιρία σε τέτοια άτομα να αποδείξουν την αξία τους θα είχαν ένα ακόμα ισχυρό κίνητρο για να εφαρμόσουν τις ιδέες του εντός γηπέδου. Μάλιστα, στο πλαίσιο της χιουμοριστικής διάθεσης που υπήρχε στην ομάδα, ο Άγγλος τεχνικός είχε επιβάλλει να εισαχθούν κάποιοι «γελοίοι» όροι στα συμβόλαια των παικτών, όπως ότι αν χάσουν με περισσότερα από τέσσερα γκολ διαφορά, όλοι είναι αναγκασμένοι να παρακολουθήσουν όπερα στο ρεπό τους!

crazy gang

Το 1987 όμως ο εμπνευστής της «Crazy Gang» παραιτήθηκε και για μια ακόμη φορά πολλοί πίστεψαν πως το τέλος αυτής της ομάδας είχε έρθει. Ο λόγος ήταν πως ο πρόεδρος της ομάδας, ο εξίσου ιδιόρρυθμος Σαμ Χάμαμ, ήθελε να βάλει όρο στο συμβόλαιο του Μπάσετ, που να του επιτρέπει να ασκεί βέτο στις προπονητικές του επιλογές. Η παραίτηση του ήταν μονόδρομος ουσιαστικά, καθώς πέραν του υπερβολικού όρου, ακόμα κι αν ο ίδιος δεχόταν, οι παίκτες του θα αντιδρούσαν με σφοδρότητα. Στην θέση του προσλήφθηκε ο Μπόμπι Γκουλντ, που το μεγαλύτερο κατόρθωμα του ως τότε προπονητικά ήταν η νίκη της Κόβεντρι επί της Λίβερπουλ με 4-0 το 1983.

Μέσα σε όλη την αναταραχή, εκείνο το διάστημα, στο ρόστερ εισήχθη ένας ακόμα σημαντικός «συμμορίτης», ο Τέρι Φίλαν. Η Γουίμπλεντον στο πρωτάθλημα τερμάτισε 7η, αλλά ταυτόχρονα κατάφερε να γράψει τη πιο χρυσή σελίδα στη σύγχρονη ιστορία της και να χαράξει με χρυσά γράμματα το όνομα της «Crazy Gang» στα πεπραγμένα του αγγλικού ποδοσφαίρου. Αποκλείοντας κατά σειρά τις Γουέστ Μπρόμγουιτς Άλμπιον, Μάνσφιλντ, Νιούκαστλ, Γουότφορντ και Λούτον, η αρμάδα του Γκουλντ έφτασε στον τελικό του FA Cup, όπου την περίμενε η πρωταθλήτρια Λίβερπουλ. Οι «Ντονς» ήταν φυσικά το απόλυτο αουτσάιντερ, τόσο που μερικοί δεν αποκλείεται να αγόρασαν εισιτήρια για την επόμενη… όπερα, ώστε να τους συναντήσουν!

Αντ’ αυτού, με μια κεφαλιά του Σάντσεζ, η Γουίμπλεντον κατακτά το τρόπαιο της σεζόν 1987/88, μόλις έξι χρόνια μετά τον υποβιβασμό της στην τέταρτη κατηγορία του αγγλικού ποδοσφαίρου. Αυτή η κατάκτηση ήταν μάλιστα η πιο απτή επιβράβευση της «Crazy Gang», αφού η συγκεκριμένη ομάδα δεν άλλαξε ποτέ τις αρχές της, δεν άλλαξε ποτέ το πλάνο της και παρέμεινε μια χαώδης καλτ παρέα, που μάζευε παίκτες που δεν ήθελε κανείς άλλος και κατάφερε να τους κάνει ομάδα!

crazy gang

Κάπου εκεί, νομοτελειακά πια, ήρθε και η «εξάρθρωση» της συμμορίας. Τα μέλη της άρχισαν να τραβάνε την προσοχή άλλων, πιο πλούσιων συλλόγων. Το καλοκαίρι του 1988 ο Μπίσαντ έφυγε για τη Νιούκαστλ και ο Ντόουνς για τη Σέφιλντ Γιουνάιτεντ, ώστε να ξαναενωθεί με τον Μπάσετ. Έναν χρόνο μετά ο Τζόουνς πήγε στην Λιντς, ενώ λίγο αργότερα έφυγε κι ο Γουάιζ για την Τσέλσι. Με τον καιρό η τρέλα της «Crazy Gang» έχανε από την ποδοσφαιρική λογική και δεν αρκούσαν μόνο οι Φαζάνου και Σάντσεζ (έμειναν μέχρι το 1994) για να την συντηρήσουν.

Ούτε καν η επιστροφή του Τζόουνς το 1992 (έμεινε μέχρι το 1998) δεν ήταν αρκετή. Η Γουίμπλεντον, έστω κι έτσι, συνέχισε να αγωνίζεται στην Πρέμιερ Λιγκ ως μια καλή mid-table ομάδα για το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του ’90, μέχρι να φτάσουμε στον υποβιβασμό το 2000 και τη διάλυση της το 2004, που έδωσε την θέση της στην Μίλτον Κέινς Ντονς, ενώ οι οπαδοί είχαν ήδη επανιδρύσει την δική τους Γουίμπλεντον από το 2002, αντιστεκόμενοι τόσο στην μετακόμιση, όσο και στην μετονομασία του αγαπημένου τους συλλόγου.

Στη σημερινή, politically correct (sic), εποχή, η «Crazy Gang» θα ήταν το δίχως άλλο δαχτυλοδεικτούμενη. Επαγγελματίες ποδοσφαιριστές που παιδιαρίζουν, κάνουν καψώνια και δεν έχουν τίποτα το πολιτικά ορθό στη συμπεριφορά τους, εντός κι εκτός αγωνιστικού χώρου. Παράλληλα όμως ηταν και μία ομάδα που δεν φοβήθηκε ποτέ αντίπαλο, τους αντιμετώπιζε όλους με το ίδιο σκληρό -και αντιαθλητικό- παιχνίδι. Μια πραγματική παρέα που κατάφερε ενωμένη κάτι που άλλοι θα θεωρούσαν απίστευτο. Μια «σκεπή» για τα «απορρίμματα» άλλων ποδοσφαιρικών ομάδων. Μια ομάδα που έπαιζε σαν μονάδα, από την αποτυχία ως την πλήρη καταξίωση!