Άγγελος Ποστέκογλου: Από την Παναχαϊκή, στην… Τότεναμ

Από τη Μελβούρνη και την… Πάτρα, ο Άγγελος Ποστέκογλου κατάφερε με σκληρή δουλειά να βρεθεί στην Τότεναμ και να γίνει ο πρώτος προπονητής ελληνικής καταγωγής στην ιστορία της Πρέμιερ Λιγκ!

Ο Άγγελος Ποστέκογλου γεννήθηκε στη Νέα Φιλαδέλφεια της Αττικής το 1965. Το 1967, ο πατέρας του Δημήτρης (ή «Τζιμ», όπως τον ξέρουν στην Αυστραλία) έχασε την επιχείρησή του λόγω του πραξικοπήματος και της στρατιωτικής δικτατορίας που επιβλήθηκε στην Ελλάδα. Το 1970, ο Δημήτρης και η σύζυγός του Βούλα φόρτωσαν δύο βαλίτσες και τα παιδιά τους, τον Άγγελο και τη Λιζ, κι έβαλαν πλώρη για Μελβούρνη.

«Δεν μπορώ να πιστέψω τι πέρασαν οι γονείς μου», διηγούνταν ο Άγγελος το 2021, «τι χρειάστηκε για να διασχίσει μια νεαρή οικογένεια τον μισό πλανήτη πάνω σ’ ένα καράβι που κάνει 30 μέρες να φτάσει σε μια χώρα της οποίας τη γλώσσα δεν μιλάνε, δεν ξέρουν κανέναν, δεν έχουν σπίτι εκεί, ούτε δουλειά. Λένε πως οι άνθρωποι πηγαίνουν σε μία ξένη χώρα για μια καλύτερη ζωή. Οι γονείς μου δεν είχαν καλύτερη ζωή, πήγαν στην Αυστραλία για να δώσουν σε μένα ευκαιρίες για μια καλύτερη ζωή».

Η αυστραλιανή κυβέρνηση την εποχή εκείνη ενθάρρυνε την προσέλευση μεταναστών για να ενισχύσει τον πληθυσμό και το εργατικό δυναμικό της χώρας. Η αδερφή του, Λιζ, θυμάται να ακούει αμέτρητα βράδια τη μητέρα τους να κλαίει. Ο πατέρας τους ήταν δουλευταράς και κατάφερε να στρώσει τη ζωή τους στον νέο τόπο, ενώ παράλληλα, η μόνη του διαφυγή ήταν το ποδόσφαιρο. Ο Άγγελος πέρασε πολλές νύχτες (λόγω της διαφορετικής ώρας) παρακολουθώντας ευρωπαϊκές διοργανώσεις με τον Δημήτρη, ιδιαίτερα τη Λιντς και τη Ρεάλ Μαδρίτης, που ήταν οι δύο αγαπημένες ομάδες του πατέρα του.

ποστέκογλου τότεναμ

Μαζί ανέλυαν για ώρες ζητήματα τακτικής, κάτι που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη μετέπειτα καριέρα του. Τις Κυριακές, πατέρας και γιος επισκέπτονταν το γήπεδο της Σάουθ Μέλμπουρν, της ομάδας των Ελλήνων μεταναστών στην Αυστραλία. Σ’ αυτό το γήπεδο ο Άγγελος πολύ σύντομα θα πανηγύριζε τον πρώτο του τίτλο ως προπονητής, ενώ μερικές δεκαετίες αργότερα θα οδηγούσε την ίδια τη Σάουθ Μέλμπουρν σε δύο διαδοχικούς τίτλους πρωταθλητή. Μία δεκαετία και κάτι αργότερα, θα επαναλάμβανε τον άθλο με την Μπρίσμπεϊν Ρόουντ.

«Ο αθλητισμός ήταν ο καλύτερος τρόπος για να ενταχθεί ένα μικρό παιδί [στο νέο περιβάλλον]», παρατηρεί ο νέος τεχνικός της Τότεναμ. Έτσι, το ποδόσφαιρο ήταν γι’ αυτόν ένας τρόπος να συνδεθεί τόσο με τον πατέρα του όσο και με την τοπική κοινότητα. «Σε μεγάλο βαθμό ζούσα σε έναν φανταστικό ποδοσφαιρικό κόσμο που δεν υπήρχε εδώ στην Αυστραλία». Αν και μετέπειτα θα διέπρεπε στα ποδοσφαιρικά γήπεδα, φτάνοντας να εκπροσωπήσει την εθνική Αυστραλίας, αλλά και να σηκώσει το εθνικό πρωτάθλημα με προπονητή τον θρυλικό Φέρεντς Πούσκας, ωστόσο ο αριθμός που έμελλε να σημαδέψει τη ζωή του δεν ήταν το νούμερο στη φανέλα του, αλλά ο αριθμός «24», με τον οποίο θα καταχωριζόταν ως πεντάχρονος μετανάστης από την Ελλάδα της Χούντας στη Μελβούρνη της Αυστραλίας.

Παρότι ήταν μόδα της εποχής οι Έλληνες της Αυστραλίας να μικραίνουν τα ονόματά τους, με αποτέλεσμα οι γονείς του να αλλάξουν το επώνυμό τους σε «Ποστέκος», ο Άγγελος, περήφανος για την καταγωγή του, ποτέ δεν υιοθέτησε τη σύντομη εκδοχή – ακόμα κι όταν γράφτηκε στην ταυτότητά του. Ποιος θα περίμενε ότι, μερικές δεκαετίες μετά, θα έδινε τα συγχαρητήριά του στους οπαδούς της Σέλτικ, όταν θα κατάφερναν να χωρέσουν το «Ποστέκογλου» σε ένα σύνθημα που έσειε τις κερκίδες του Πάρκχεντ (ή Σέλτικ Παρκ)!

πούσκας

Ερωτηθείς ποιά ήταν η πρώτη του δουλειά ως προπονητής, ο Ποστέκογλου δίνει μια απροσδόκητη απάντηση, αφού θυμάται τότε που ανέλαβε τη σχολική ομάδα του Γυμνασίου Πράχραν της Μελβούρνης, όταν του έδωσαν να καθοδηγήσει την Α΄ Γυμνασίου. «Εκ των υστέρων, φαντάζει τρελό, σε μένα περισσότερο απ’ τον καθένα. Δεν ξέρω γιατί οι άνθρωποι άκουγαν ένα 12χρονο, αλλά πρέπει να υπήρχε κάτι μέσα μου που τους έκανε [να με ακούνε]. Είναι αρκετά παράξενο αν το σκεφτείς, αλλά μάλλον γι’ αυτό ένιωθα μέσα μου ότι ήμουν περισσότερο προπονητής [παρά παίκτης]. Δυσκολεύτηκα με την ποδοσφαιρική μου καριέρα επειδή αισθανόμουν ότι ο προορισμός μου ήταν να γίνω προπονητής. Σ’ αυτό το πόστο ένιωθα πάντοτε πιο άνετα. Πρέπει να ήμουν ενοχλητικός ως 12χρονος προπονητής! Βασικά, είμαι βέβαιος ότι ενόχλησα πολλούς ανθρώπους. Όμως, τότε άρχισε η προπονητική μου καριέρα».

Συνεχίζοντας την αφήγησή του, ο Ποστέκογλου εξιστορεί πώς ακριβώς συνέβησαν τα πράγματα. «Δεν υπήρχε μέχρι τότε ποδοσφαιρική ομάδα και μαζέψαμε ένα γκρουπ ανθρώπων. Είχαμε έναν δάσκαλο μουσικής που είπε ότι θα αναλάμβανε την ομάδα, αλλά δεν υπήρχε καθοδήγηση ή προπονήσεις. Απλώς καθόταν και διόρθωνε τις ασκήσεις μας κι εμείς κλοτσούσαμε την μπάλα. Μετά τις πρώτες φορές, πήρα τον έλεγχο. Ακούγεται αλλόκοτο επειδή ήμουν τόσο μικρός. Αλλά για κάποιον λόγο, πήρα τον έλεγχο και οι άνθρωποι με άκουγαν. Δεν προσποιούμουν απλώς ότι είμαι προπονητής. Διάλεξα την ομάδα, κάναμε προπονήσεις και έλεγα σε όλους τι να κάνουν. Εκ των υστέρων, νομίζω πως διψούσα για εξουσία!».

«Ήμουν παίκτης, προπονητής και αρχηγός, κι ένας από τους κολλητούς μου, με τον οποίο είμαστε φίλοι μέχρι σήμερα, ήθελε να με κάνει να ξεκαβαλήσω το καλάμι. Έτσι, αποφάσισε ότι η ομάδα έπρεπε να ψηφίσει εάν θα συνέχιζα ως αρχηγός. Ψηφίσαμε και εκλέχθηκα ομόφωνα. Είπα στον κολλητό μου, “Πώς γίνεται να ψηφίστηκα ομόφωνα, αφού εσύ μας κάλεσες σε ψηφοφορία;”. Κι εκείνος απάντησε, “Κι εγώ εσένα ψήφισα. Είσαι ο καλύτερος άνθρωπος για τη δουλειά, απλώς ήθελα να δω αν θα σε ψήφιζαν κι οι υπόλοιποι!”. Έκανα κουμάντο και, μέχρι σήμερα, δεν καταλαβαίνω γιατί υπάκουγαν σε μένα. Δεν ήμουν τίποτα το ιδιαίτερο! Οι κολλητοί μου ακόμα μου λένε, “Γιατί σε ακούγαμε τότε;”, αλλά τελικά κερδίσαμε το πρωτάθλημα των Κ-12 της πολιτείας στην έδρα της Σάουθ Μέλμπουρν».

ποστέκογλου τότεναμ

Σε συνέντευξή του το 2021 ο Ποστέκογλου αναπολούσε τα πρώτα του και μοναδικά βήματα στην χώρα μας, στην Παναχαϊκή, το 2008. «Ακόμα χρησιμοποιώ μερικές από τις μεθόδους που ανέπτυξα και εφάρμοσα στην Ελλάδα, οπωσδήποτε. Ήταν μια δύσκολη εποχή, και ίσως η μόνη φορά στην καριέρα μου που υπήρχε λίγη αβεβαιότητα. Δούλευα τακτικά μέχρι τότε, αλλά η θητεία μου στις νεανικές ομάδες έφτασε στο τέλος. Δυσκολευόμουν πολύ να βρω δουλειά πίσω στην Αυστραλία. Πάντα είχα πίστη στις ικανότητές μου, αλλά έπειτα βρήκα την ευκαιρία να πάω στην Ελλάδα. Αν και είμαι Έλληνας, με αντιμετώπιζαν ως ξένο – ως Αυστραλό».

«Τα ελληνικά μου δεν ήταν τόσο καλά τότε, αλλά ήταν σημαντική περίοδος για μένα. Είχα ένα σωρό θεωρίες προπονητικής στο μυαλό μου όταν πήρα τη δουλειά, κι έτσι ήταν σπουδαίο που μπόρεσα να τις εφαρμόσω. Αυτό μου επέτρεψε να δοκιμάσω τι αποδίδει και τι όχι. Είχα μια ομάδα παικτών που ήταν εντελώς διαφορετικοί με τη δική μου κουλτούρα και την ανατροφή μου στην Αυστραλία. Αλλά βρήκα την εμπειρία πραγματικά αναζωογονητική για την καριέρα και τις πεποιθήσεις μου. Με βοήθησε πολύ να προχωρήσω».

Σχετικά με τους Έλληνες οπαδούς και την ποδοσφαιρική κουλτούρα που επικρατεί στη χώρα μας, ο Ποστέκογλου είχε να πει: «Αγαπώ το χάος της Ελλάδας. Αγαπώ το ελληνικό ποδόσφαιρο και τον τρόπο με τον οποίο περνάς τόσο γρήγορα από το ένα άκρο στο άλλο. Οι ίδιοι άνθρωποι που ήθελαν να σε σηκώσουν στους ώμους τους μετά από μία νίκη θα σου έκαναν επίθεση έξω από το πούλμαν μία εβδομάδα μετά. Έβλεπα τα πρόσωπά τους, ήταν ακριβώς οι ίδιοι άνθρωποι. Αλλά το αγαπούσα αυτό. Άναψε μια φωτιά μέσα μου κι από τότε τα πράγματα πάνε καλά».

παναχαϊκή

Συνεχίζοντας ν’ αναπολεί τη θητεία του στην Ελλάδα, ο Ποστέκογλου παρατηρεί: «Εκείνη η εποχή στην Ελλάδα με έμαθε ότι μ’ αρέσει να περιτριγυρίζομαι από ανθρώπους παθιασμένους για το ποδόσφαιρο. Οι οπαδοί ήταν πολύ παθιασμένοι και, αν χάναμε, σου καθιστούσαν σαφές ότι ήταν δυσαρεστημένοι. Θυμάμαι μια φορά που χάσαμε έναν αγώνα και την επόμενη μέρα διέσχιζα τον δρόμο. Με σταμάτησε ο… παπάς της γειτονιάς και άρχισε να αμφισβητεί τις αλλαγές που έκανα στο παιχνίδι. Αυτό ήταν χαρακτηριστικό. Ολόκληρη η πόλη εκστασιαζόταν από την ομάδα της και αυτό μου άρεσε πολύ γιατί μου έδειχνε ότι ήμουν άνετος σ’ αυτό το περιβάλλον, δεν υπήρχε τίποτα να φοβηθώ. Ακόμα και κάτω από τόση επίβλεψη δεν άλλαξα ούτε ένιωσα άγχος. Η Ελλάδα μού έδειξε ότι σ’ αυτό το είδος περιβάλλοντος ήθελα πραγματικά να δουλεύω».

Έτσι, μέσα από την εμπειρία του στην Ελλάδα και το ελληνικό ποδόσφαιρο, ο Ποστέκογλου συνειδητοποίησε πως ήταν γεννημένος για μεγάλα πράγματα, για ανταγωνιστικά περιβάλλοντα στα οποία οι νίκες και οι ήττες σου θα είχαν επιπτώσεις. Η εννιάμηνη θητεία του στην Παναχαϊκή, λοιπόν, ήταν αυτό που απέδειξε στον ποδοσφαιρικό κόσμο –μα, πρωτίστως, στον ίδιο– ότι δεν θα αναζητούσε εύκολες λύσεις και θέσεις, όπου θα μπορούσε να «σβήσει μέρες» όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα μέχρι τη συνταξιοδότησή του. Αντίθετα, ο Ελληνοαυστραλός διψούσε για προκλήσεις, ήθελε να κριθεί για τη δουλειά του, κι αυτή είναι η ποιότητα του χαρακτήρα του που του άνοιξε τον δρόμο προς τα κορυφαία ευρωπαϊκά πρωταθλήματα και τις διακρίσεις.

Οι «Socceroos» (ένα λογοπαίγνιο των λέξεων «soccer» και «kangaroos») πήραν το παρατσούκλι τους από τον δημοσιογράφο του Σίδνεϊ, Τόνι Χόρστεντ, ο οποίος επινόησε τον όρο για την εθνική Αυστραλίας το 1967, όταν η ομάδα επέλεξε να συμμετάσχει σε διοργάνωση στο Βιετνάμ, εν μέσω πολέμου. Όμως, τον πρώτο τους τίτλο Ασιατικού Κυπέλλου η χώρα τον πήρε μόλις το 2015 υπό την ηγεσία του Ποστέκογλου. Κάπως έτσι, οι Αυστραλοί έπεσαν από τα σύννεφα όταν, δύο εβδομάδες μετά την εξασφάλιση της συμμετοχής τους στο Μουντιάλ του 2018, ο ανερχόμενος τεχνικός ανακοίνωσε ότι παραιτείται από προπονητής της εθνικής, ετοιμάζοντας βαλίτσες για την Ιαπωνία και τη Γιοκοχάμα Φ. Μαρίνος. Η υπομονή των Ιαπώνων στη διάρκεια των δύσκολων πρώτων μηνών του Ποστέκογλου στο τιμόνι της ομάδας δικαιώθηκε, αφού το 2019 ο Ελληνοαυστραλός την οδήγησε στην κατάκτηση του πρώτου τους πρωταθλήματος μετά από 15 χρόνια!

ποστέκογλου τότεναμ

Κι όπως ακριβώς για τον Ποστέκογλου φαίνεται πως ισχύει το «κάθε αρχή και δύσκολη», αντίστοιχα φαίνεται ότι αρέσκεται να… εγκαταλείπει τις ομάδες του, όταν τις έχει οδηγήσει σε μία κορυφή απ’ όπου μόνο καθοδική πορεία μπορεί να ακολουθήσει. Κι όμως, κάνοντας πρόσφατα λόγο για το ενδεχόμενο αποχώρησής του από τη Σέλτικ, ο Ελληνοαυστραλός στάθηκε στο γεγονός ότι όλες οι ομάδες από τις οποίες έφυγε συνέχισαν να διαγράφουν επιτυχημένες πορείες και μετά την αποχώρησή του. Και πράγματι, το να αφήνεις κάτι σταθερό πίσω σου είναι δείγμα σκληρής και μεθοδικής δουλειάς που αντέχει στον χρόνο. Παράλληλα, δεν χάνει ευκαιρία να υπογραμμίσει ότι ενδιαφέρεται πάντα για το «εδώ και τώρα», χωρίς να αναλώνεται σε μακρόπνοα σχέδια για ένα απροσδιόριστο μέλλον. που είναι πάντα φευγαλέο. Κι αυτή μοιάζει να είναι η συνταγή της επιτυχίας του, το ότι τα δίνει όλα στο πρότζεκτ, που καλείται κάθε φορά να υλοποιήσει.

Κάπως έτσι, λοιπόν, ο Ποστέκογλου εγκατέλειψε την Ιαπωνία στη μέση της σεζόν, αλλά δεν παρέλειψε να αποκομίσει από το πρωτάθλημα της Άπω Ανατολής μία βαθιά γνώση των παικτών που θα μπορούσαν να διακριθούν και στην Ευρώπη, κάτι που απέδειξε με τις πολύ επιτυχημένες μεταγραφές Ιαπώνων στη Σέλτικ, οι οποίες μάλιστα είχαν άμεσο αντίκτυπο στην απόδοση της ομάδας. Όταν λοιπόν κατέφθασε στη Γλασκώβη, το ηθικό παικτών και φιλάθλων ήταν στα τάρταρα λόγω του ότι είχαν αποκλειστεί από όλες τις διοργανώσεις, μένοντας άτιτλοι για πρώτη φορά μετά από μια 10ετία. Το ένα «κεφάλι» στη διοίκηση έπεφτε μετά το άλλο, με τις διαδοχικές παραιτήσεις και απολύσεις να είναι αποτέλεσμα της γενικευμένης απογοήτευσης και αγανάκτησης στους κόλπους των οπαδών, οι οποίοι προσέβλεπαν στην άφιξη του Έντι Χάου, μέχρι που τελικά ο νυν προπονητής της Νιούκαστλ απέρριψε την πρόταση των «Κελτών».

σέλτικ

«Πριν έρθω στη Σέλτικ, οι άνθρωποι δεν με προειδοποιούσαν ακριβώς, αλλά προσπαθούσαν να με προετοιμάσουν γι’ αυτό που θα αντιμετώπιζα. Αυτό που δεν καταλάβαιναν είναι ότι αυτό ακριβώς ήθελα! Εδώ ήθελα να είμαι, εδώ ήθελα πάντα να είμαι». Όντας προπονητής ενός από τους ιστορικότερους ποδοσφαιρικούς συλλόγους, αντί να σαστίσει από την πίεση και τις υψηλές απαιτήσεις, ο Ποστέκογλου ένιωσε στο φυσικό του περιβάλλον. «Αυτό [το είδος πίεσης] δεν με τρόμαξε καθόλου».

Μέσα σε δύο σεζόν, ο «Άντζι», όπως τον ξέρουν στην Αυστραλία, πανηγύρισε με την ομάδα της Γλασκώβης πέντε από τους έξι εγχώριους τίτλους για τους οποίους διαγωνίστηκε, ολοκληρώνοντας μάλιστα τη φετινή σεζόν το τρεμπλ (Πρωτάθλημα, Κύπελλο και Λιγκ Καπ Σκωτίας). Σ’ αυτό το πλαίσιο, δεν φαίνεται και τόσο εντυπωσιακό το γεγονός πως έγινε ο πρώτος Αυστραλός προπονητής που κατέκτησε ευρωπαϊκό πρωτάθλημα. Σε πρόσφατη συνέντευξή του στον Scotsman, ο Ποστέκογλου έδειξε πως είναι ιδιαίτερα ταπεινός, επισημαίνοντας ότι ούτε ο ίδιος δεν μπορούσε να προβλέψει την επιτυχία του μερικά χρόνια πριν, καθώς και ότι δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τη δημοσιότητα του Τύπου, παρά μόνο για τον αντίκτυπό του στην ομάδα, τους παίκτες και τους οπαδούς.

ποστέκογλου τότεναμ

Ο Ελληνοαυστραλός τεχνικός φαίνεται να ταιριάζει «γάντι» στους «Πετεινούς», με το επιθετικό του παιχνίδι, εμπνευσμένο από την Μπαρτσελόνα του Γκουαρδιόλα, να έχει διαμορφώσει ένα νέο στυλ στο αυστραλιανό ποδόσφαιρο συνολικά. Η πολυετής του εμπειρία ως επικεφαλής νεανικών ομάδων και η τάση του να δίνει ευκαιρίες και να αναδεικνύει νεαρούς παίκτες έρχεται με τη σειρά της να δέσει με το όραμα της Τότεναμ για αξιοποίηση των ακαδημιών και μεταγραφές ανερχόμενων ταλέντων. Σε αυτό το πλαίσιο, ο τρόπος με τον οποίο ανοικοδόμησε την ομάδα της Σέλτικ, την οποία παρέλαβε εν μέσω αναβρασμού, φαίνεται πως είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται να επαναλάβει τη δεδομένη στιγμή στο Βόρειο Λονδίνο.

Λέγεται ότι ο Ποστέκογλου ίσως επιδιώξει να πάρει μαζί του στην Τότεναμ δύο Ιάπωνες, τον Κιόγκο Φουρουχάσι και τον Ρέο Χατάτε. Ο πρώτος μάλιστα σκόραρε 34 γκολ στη Σκωτία τη φετινή σεζόν και αναδείχθηκε Παίκτης της Χρονιάς για ολόκληρο το πρωτάθλημα. Ένας τρίτος παίκτης που ίσως ακολουθήσει τον Ελληνοαυστραλό στο Λονδίνο είναι ο Κάμερον Κάρτερ-Βίκερς, ο οποίος διέπρεψε στη Γλασκώβη, αν και ένας ανασταλτικός παράγοντας είναι ότι μόλις πέρυσι διέγραψε την ακριβώς αντίστροφη πορεία, αφήνοντας την Τότεναμ για τη Σέλτικ!

ποστέκογλου τότεναμ

Όσο ψηλά κι αν έχει φτάσει, κατακτώντας κάθε φορά και μία ψηλότερη κορυφή, ο «Άντζι» πάντα μνημονεύει τον πατέρα του, τη «ρίζα» του και το «θεμέλιό» του, υπενθυμίζοντας στον εαυτό του ότι πρέπει να συνεχίσει να τιμά τις θυσίες που έκανε για να φτάσει ο γιος του εκεί που είναι σήμερα. Με λόγια που θα πρέπει να ακούγονται απειλητικά στους επερχόμενους αντιπάλους του στο αγγλικό πρωτάθλημα, ο νέος τεχνικός της Τότεναμ δηλώνει: «Κατανοώ τι σημαίνει η θυσία, κατανοώ τι σημαίνει να είμαι σε μια προνομιούχα θέση όπως αυτή στην οποία βρίσκομαι τώρα. Δεν θα τα θεωρήσω αυτά δεδομένα», για να σημειώσει κάπως πιο ανάλαφρα πως νιώθει σαν να ζει ένα όνειρο, το οποίο όμως θεμελιώθηκε στη θυσία των γονιών του.

Από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα μέχρι σήμερα, ο Άγγελος Ποστέκογλου εξακολουθεί να κοιτάζει τον φακό της κάμερας με το ίδιο αδηφάγο βλέμμα που δηλώνει απερίφραστα ότι τα θέλει όλα. Είναι αυτό το βλέμμα, περισσότερο κι από τους τίτλους, που μας κάνει να αισθανθούμε ότι έχει όλα όσα χρειάζονται για να διαδεχθεί έναν Μουρίνιο κι έναν Κόντε, ότι η ομάδα του Βόρειου Λονδίνου είναι σε καλά χέρια, ότι ίσως αποτελέσει αυτό που τόσο πολύ ποθούν οι οπαδοί, δηλαδή έναν «νέο Ποτσετίνο». Η αύρα του είναι θετική. Κι αν δεν μας είχε ήδη κερδίσει με το πλούσιο βιογραφικό του, ο καινούργιος προπονητής της Τότεναμ σίγουρα μάς κέρδισε με την ιστορία και την προσωπικότητά του!

Διαβάστε επίσης για τον Έντιν Τζέκο, που μετά τον πραγματικό πόλεμο, έφτασε φέτος στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ για να ζήσει τον «εμφύλιο» με την πρώην ομάδα του!