Ένας (ακόμη) Έλληνας στην Arsenal!

Τα… λαγωνικά του eyap.gr κατάφεραν να «βρουν» ακόμη έναν «δικό μας» άνθρωπο στα αγγλικά γήπεδα και συγκεκριμένα στην Arsenal. Φίλοι αναγνώστες, ο προπονητής ακαδημιών της τελευταίας, Μωυσίδης Πασχάλης-Οδυσσέας!

 

Κι όμως, ο Σωκράτης Παπασταθόπουλος και ο Κωνσταντίνος Μαυροπάνος δεν αποτελούν τα μόνα… Ελληνόπουλα που βρίσκονται στο βόρειο Λονδίνο και πιο συγκεκριμένα στην Arsenal.

Υπάρχει (τουλάχιστον) ένας ακόμη συμπατριώτης μας που δεν ιδρώνει την φανέλα με το κανόνι στο στήθος αλλά αποτελεί ένα εξίσου υπολογίσιμο μέλος του ποδοσφαιρικού οργανισμού που ακούει στο όνομα Arsenal.

Ο Μωυσίδης Πασχάλης-Οδυσσέας είναι ένας νεολαίος που στην κυριολεξία έχει κάνει το όνειρο του πραγματικότητα!

 

 

Ο 26χρονος Θεσσαλονικιός προπονητής ακαδημιών των «Κανονιέρηδων» συναναστρέφεται σε καθημερινή βάση με τις επόμενες γενιές ποδοσφαιριστών του συλλόγου (και όχι μόνο), με μεγάλες βλέψεις, κάποια στιγμή στο μέλλον, να καθίσει στους ποδοσφαιρικούς πάγκους.

Ο #ChrisGunner για λογαριασμό των Ελλήνων Υποστηρικτών Αγγλικού Ποδοσφαίρου ήρθε σε διαδικτυακή επαφή με τον Πασχάλη-Οδυσσέα, που με μεγάλη προθυμία, όρεξη αλλά και σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα (δεδομένου του περιορισμένου χρόνου του) απάντησε στα ερωτήματα που τέθηκαν!

Πόσο καιρό βρίσκεται στο Emirates και με ποιον τρόπο οι «Κανονιέρηδες» τον επέλεξαν; Ποια είναι η ποδοσφαιρική του νοοτροπία και ποιον μεγάλο προπονητή θαυμάζει; Σε πόσα γήπεδα του παγκοσμίου ποδοσφαίρου έχει παραβρεθεί; Όλες οι απαντήσεις στην συνέντευξη που ακολουθεί! 

 

Ακολουθεί η συνέντευξη:

Χ: Όπως είναι λογικό, η μεγαλύτερη μερίδα των Ελλήνων φιλάθλων του αγγλικού ποδοσφαίρου δεν σας γνωρίζει. Γι’αυτό σας παρακαλώ πείτε μας μερικά λόγια για εσάς! 

Μ: Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη στις 7 Ιανουαρίου 1994, και παρέμεινα εκεί μέχρι το 2016 όπου αποφοίτησα από τη Σχολή Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Για τη συνέχεια των σπουδών μου σε μεταπτυχιακό επίπεδο, μετακόμισα στη Γερμανία όπου παρέμεινα για δυόμιση χρόνια, ενώ πέρασα περίπου ένα χρόνο στο πανεπιστήμιο του Πόρτο της Πορτογαλίας στα πλαίσια ακαδημαϊκής έρευνας.

Έπειτα από την ολοκλήρωση της μεταπτυχιακής μου διατριβής και την αποφοίτησή μου από το πανεπιστήμιο του Friedrich Alexander, αποφάσισα να μετακομίσω στο Λονδίνο για να ξεκινήσω την προπονητική μου καριέρα.

 

Χ: Με ποιον τρόπο ήρθατε σε επαφή με την Arsenal και πόσο καιρό βρίσκεστε στο δυναμικό της;

Μ: Η απάντηση σε αυτήν την ερώτηση είναι η επιτομή του «όλα γίνονται για κάποιο λόγο», και αυτό γιατί έχοντας το πόδι μου σε γύψο για δύο μήνες λόγω ενός κατάγματος και όντας περιορισμένος για πρώτη φορά στη ζωή μου, μου βγήκε σαν αντίδραση (για να μην με πάρει από κάτω) το να ψάξω μανιωδώς το επόμενο βήμα στην καριέρα μου για όταν αναρρώσω. Βρήκα για αυτή τη θέση στην επίσημη ιστοσελίδα της Arsenal όπου και έκανα αίτηση. Μετά από λίγες εβδομάδες οι υπεύθυνοι της ομάδας με κάλεσαν για συνέντευξη η οποία ήταν επιτυχής και ξεκίνησα το ρόλο μου τον περασμένο Αύγουστο.

 

Χ: Περιγράψτε μας την καθημερινότητα σας στον σύλλογο αλλά και γενικότερα στο Λονδίνο. Πόσο δύσκολη είναι η προσαρμογή για έναν Έλληνα στα αγγλικά δεδομένα; 

Μ: Νιώθω πολύ τυχερός για την καθημερινότητα που έχω εδώ. Πραγματικά δε διαχωρίζω την ημέρα μου σε ώρες δουλειάς ή μη δουλειάς και αυτό συμβαίνει κυρίως γιατί απολαμβάνω την κάθε στιγμή που δουλεύω με τα παιδιά.

Κάθε μέρα είναι διαφορετική. Το σίγουρο είναι ό,τι ξεκινάει με το «Coacheducation» στο Arsenal Hub, με το οποίο ο σύλλογος παρέχει στους προπονητές συνεχή εκπαίδευση γύρω από ό,τι μπορείς να φανταστείς και μετά το μεσημέρι τα πρότζεκτ με τα οποία ασχολούμαι προς το παρόν, είναι η παράδοση του μαθήματος της Φυσικής Αγωγής σε σχολεία του Βόρειου Λονδίνου μέσω του προγράμματος «Primary Stars» της Premier League, το πρόγραμμα «Football Plus» του Arsenal Community που παρέχει ευκαιρίες για ποδόσφαιρο σε παιδιά της τοπικής κοινωνίας και όχι μόνο, ενώ επίσης περνάω πολλές ώρες και στο Hale End, το προπονητικό κέντρο των ακαδημιών του συλλόγου.

Όσον αφορά την προσαρμογή μου στο Λονδίνο,θεωρώ ό,τι έγινε πολύ γρήγορα και σημαντική συμβολή σε αυτό είχε το γεγονός ό,τι είχα ζήσει και σε άλλες χώρες τα προηγούμενα χρόνια. Τα πράγματα που μπορεί να φανούν δύσκολα για έναν Έλληνα είναι οι πολύ γρήγοροι και απαιτητικοί ρυθμοί της ζωής εδώ, η πολυκοσμία και η κίνηση στους δρόμους. Τα θετικά που ξεχωρίζω σε αυτήν την πόλη είναι οι ευκαιρίες που προσφέρει, και η πολυπολιτισμικότητα της.

 

Χ: Γενικότερα ποια ποδοσφαιρική και αθλητική νοοτροπία προσπαθείτε να μεταδώσετε στην «νέα γενιά» Άγγλων ποδοσφαιριστών; Από τους διακεκριμένους προπονητές, ποιος είναι πιο κοντά στο στυλ παιχνιδιού σας; 

Μ: Η Αγγλία είναι η γενέτειρα του ποδοσφαίρου και το πάθος των ανθρώπων εδώ είναι μοναδικό, είναι μέρος του πολιτισμού τους θα έλεγα. Έπειτα από τις συνεχόμενες αποτυχίες της εθνικής ομάδας στις μεγάλες διοργανώσεις, η Αγγλική Ομοσπονδία θεώρησε αναγκαία μια αλλαγή. Έτσι λοιπόν αναπτύχθηκε το «England DNA», μία φιλοσοφία που εφαρμόζεται στα παιδιά από τη στιγμή που ξεκινάνε το ποδόσφαιρο μέχρι να γίνουν επαγγελματίες, με σκοπό τη δημιουργία του Άγγλου ποδοσφαιριστή του μέλλοντος, ο οποίος θα είναι εξίσου καλός στα στοιχεία τεχνικής, τακτικής, σωματικών, κοινωνικών και ψυχολογικών δυνατοτήτων.

Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος της ερώτησης, θαυμάζω την προσέγγιση που έχουν στο παιχνίδι ο Jurgen Klopp και ο Pep Guardiola. To counter-pressing και το να ανακτήσεις την κατοχή της μπάλας στα πρώτα δευτερόλεπτα αφότου την έχασες, αιφνιδιάζει τον αντίπαλο καθώς ακόμα σκέφτεται την επόμενη του κίνηση. Επίσης μου αρέσει πολύ η σχέση που έχουν αυτοί οι δύο προπονητές με τους παίχτες τους,και το πώς ξέρουν να παίρνουν το 100% από τον καθένα.

 

 

Χ: Θα θέλατε κάποια στιγμή στο μέλλον να «αναβαθμιστείτε» και να καθίσετε στον πάγκο ως «head coach» ενός συλλόγου; Εάν ναι, στα πάτρια εδάφη ή στην Αγγλία; 

M: Βέβαια, είναι κάτι που υπάρχει στο μυαλό μου για το μέλλον αν και προς το παρόν είμαι πολύ ευχαριστημένος με τις μικρές ηλικίες τις οποίες εργάζομαι καθώς σίγουρα χρειάζομαι και εμπειρία.

Νομίζω δεν θα με απασχολούσε τόσο η χώρα, όσο το ποιόν του συλλόγου όσον αφορά τις συνθήκες, το όραμα και τις προοπτικές που θα μου παρείχε.

 

Χ: Έχετε συνομιλήσει με τους «δικούς μας» Σωκράτη Παπασταθόπουλο και Κωνσταντίνο Μαυροπάνο. Τι ακριβώς είχατε την ευκαιρία να συζητήσετε και πόσο δύσκολη ήταν η προσαρμογή στο αγγλικό ποδόσφαιρο και για τους δύο; Επιπλέον, έχετε έρθει σε επαφή με κάποιους άλλους ποδοσφαιριστές της Arsenal; 

Μ: Ναι τους γνώρισα κατά τη διάρκεια της επίσκεψης μας σε ένα σχολείο κοντά στο προπονητικό κέντρο του Colney. Ήταν μια πολύ βροχερή μέρα οπότε το πρώτο μας σχόλιο ήταν για τον καιρό! Πέρα από αυτό συνομιλήσαμε για τις διαφορές που υπάρχουν στη φιλοσοφία γύρω από το ποδόσφαιρο με αφορμή μερικά παιδιά στο σχολείο που υποστήριζαν την Tottenham, αλλά παρόλα αυτά έδειξαν την αγάπη τους στους παίκτες της Arsenal εκείνη τη μέρα.

Σχετικά με την προσαρμογή ξένων παιχτών γενικά στην Premier League, είναι κάτι που συμβαίνει συχνά, να χρειάζονται δηλαδή λίγο χρόνο. Παρόλα αυτά θεωρώ και τους δύο επαγγελματίες αθλητές top επιπέδου. Πέρα από τους «Έλληνες» της ομάδας έχω γνωρίσει και τους Granit Xhaka, Bern Leno, Matt Macey, Pierre-Emerick Aubameyang, Mesut Ozil και Matteo Guendouzi κατά τη διάρκεια διαφόρων εκδηλώσεων του συλλόγου.

 

Χ: Με μια απλή ματιά στον προσωπικό σας λογαριασμό στο Instagram παρατηρούμε ότι είστε ένας πολυταξιδεμένος άνθρωπος, ο οποίος έχει επισκεφθεί αρκετά ποδοσφαιρικά γήπεδα. Αντικειμενικά, ποια από αυτές τις επισκέψεις σας έχει στιγματίσει και γιατί; 

Μ: Πιστεύω η απάντηση σε αυτήν την ερώτηση είναι καθαρά υποκειμενική κι αυτό διότι δε μπορώ να ξεχωρίσω απλά ένα παιχνίδι που με στιγμάτισε. Από την οπτική του προπονητή απολαμβάνω όλα τα αγγλικά παιχνίδια λίγο παραπάνω από τα υπόλοιπα, με το κορυφαίο που έχω πάει νομίζω το εκτός έδρας 5-5 της Arsenal στο Anfield πριν λίγο καιρό.
Κάποια άλλα παιχνίδια που έχω παρακολουθήσει από κοντά και μου έχουν μείνει στο μυαλό είναι ένα Borussia Dortmund-Bayern το 2016 λόγω της ατμόσφαιρας, και το περσινό Roma-Juventus λόγω του ρυθμού του αγώνα.
Χ: Μπορεί η απάντηση στην συγκεκριμένη ερώτηση να είναι αυτονόητη, όμως πόσο μεγάλες είναι οι διαφορές ανάμεσα σε Αγγλία και Ελλάδα στο κομμάτι του ποδοσφαίρου και γενικότερα του αθλητισμού; 
M: Η κύρια διαφορά που αντιλαμβάνομαι είναι ό,τι στη Αγγλία οι σύλλογοι δεν λειτουργούν απλά σαν ποδοσφαιρικές εταιρείες αλλά περισσότερο ως κοινωνικά φαινόμενα. Το αντίκτυπο και η επιρροή που έχουν με τις διάφορες δράσεις τους, η νοοτροπία που καλλιεργούν, η αποδοχή του διαφορετικού και η αντίληψη ό,τι η αντιπαλότητα είναι απλά στις τέσσερις γραμμές του γηπέδου, πραγματικά κάνουν κάθε ποδοσφαιρικό αγώνα μια γιορτή.

Σε κάθε γήπεδο, οι φιλοξενούμενοι οπαδοί βρίσκονται σε πέταλο ακριβώς δίπλα στον αγωνιστικό χώρο, ενώ οι ομάδες θα μπορούσαν απλά να τους βάλουν στο δεύτερο και τρίτο όροφο και να δώσουν τις προνομιούχες θέσεις στους δικούς τους οπαδούς. Όμως είναι διαφορετικά, υπάρχει σεβασμός. Θα σου δώσω ένα τελευταίο παράδειγμα πριν κλείσω.

Κάποια απογεύματα τελειώνω την προπόνηση ή τον αγώνα και πρέπει να γυρίσω σπίτι περνώντας από το γήπεδο της Tottenham με τα ρούχα της Arsenal ενώ έχουν εντός έδρας παιχνίδι. Πέρα από κάποια πειράγματα με χιούμορ και κάποια βλέμματα έκπληξης, θεωρείται απολύτως φυσιολογικό όλο αυτό. Σίγουρα στην Ελλάδα έχουν γίνει βήματα προόδου σε όλους τους τομείς του αθλητισμού, παρόλα αυτά θεωρώ ό,τ ιυπάρχουν ακόμα αρκετά περιθώρια βελτίωσης… 

 

Ευχαριστούμε πολύ τον Πασχάλη-Οδυσσέα Μωυσίδη για την πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη που μας παραχώρησε! Του ευχόμαστε ολόψυχα ότι καλύτερο για το 2020 σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο!