Η εξαφάνιση της Λετονής αυτοκρατόρισσας

Για πολλά χρόνια σε ένα έθνος της Βόρειας Ευρώπης, ο πρωταθλητής κάθε χρονιά έβγαινε σχεδόν αυτόματα, σαν προκαθορισμένος. Μετά από 14 σερί κατακτήσεις πρωταθλήματος Λετονίας, η Skonto Riga εκθρονίστηκε, κέρδισε το πρωτάθλημα μόνο άλλη μία φορά και το 2016 παραδόθηκε στα οικονομικά της προβλήματα κηρύσσοντας διάλυση.

 

Όπως συμβαίνει και με εμάς, το 2004 μπορεί να θεωρηθεί ως η κορυφαία χρονιά στην ιστορία του λετονικού ποδοσφαίρου. Η εθνική ομάδα από την προηγούμενη χρονιά έχει εξασφαλίσει την παρθενική της συμμετοχή σε διηπειρωτική διοργάνωση, στο Euro της Πορτογαλίας, έχοντας τερματίσει δεύτερη στον όμιλό της πίσω από την Σουηδία και κάνοντας την έκπληξη στα play-offs, αφήνοντας εκτός διοργάνωσης την Τουρκία. Το καλοκαίρι θα φανεί αρκετά ανταγωνιστική. Θα σκοράρει το μοναδικό της γκολ με τον γνωστό σε μας Māris Verpakovskis και θα αναγκάσει την Γερμανία σε λευκή ισοπαλία, πριν η Ολλανδία της δώσει το εισιτήριο για τον δρόμο της επιστροφής στο χέρι. Έκτοτε δεν έφτασε καν κοντά σε συμμετοχή σε άλλη διοργάνωση.

Την ίδια χρονιά, η Skonto Riga παίρνει το πρωτάθλημα. Είναι το 14ο της, 14ο συνεχόμενο, σε 14 χρόνια πρωταθλήματος από την ανεξαρτησία της χώρας το 1991. Η Skonto ήταν το μονοπώλιο στη χώρα, εξαλείφοντας κάθε μορφή ανταγωνισμού για τα ηνία του πρωταθλήματος. Η «Virslīga» ήταν δική τους. Συγκριτικά με τις άλλες ομάδες, ήταν πλούσιοι. Είχαν τα μεγαλύτερα ταλέντα της χώρας, στο σημείο που η εθνική ομάδα βασιζόταν σχεδόν αποκλειστικά στο δικό της ρόστερ. Η επιτυχία της εθνικής ομάδας στο Euro, οφείλεται σε αυτήν. Ανέβασε επίπεδο το ποδόσφαιρο της Λετονίας, σκόραρε το πρώτο γκολ του Champions League με τη νέα του μορφή το 1992, φιλοξένησε μεταξύ άλλων ομάδες όπως την Barcelona, την Chelsea κι την Inter σε ευρωπαϊκούς αγώνες ανά τα χρόνια.

 

 

Όμως το 2004 ήταν η τελευταία χρονιά που η Skonto κράτησε τα σκήπτρα. Τα χρήματα σιγά σιγά στέρεψαν και, νομοτελειακά, το ίδιο μονοπάτι ακολούθησαν και τα τρόπαια. Ο Guntis Indriksons, ιδιοκτήτης της ομάδας ήταν επίσης και πρόεδρος της Λετονικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας (LFF), καθώς και πρώην πράκτορας της KGB με αμφιλεγόμενο παρελθόν. Τον Σεπτέμβριο του 2010 αποχώρησε πουλώντας την στον επιχειρηματία Bislan Abdulmuslimov, που τον ερχόμενο Φεβρουάριο την ξαναπούλησε σε μία κυπριακή εταιρεία. Η κατάκτηση του πρωταθλήματος το 2010 έμελλε να είναι η τελευταία και έξι χρόνια μετά ο σύλλογος έβαλε λουκέτο.

 

 

Το ποδόσφαιρο ποτέ δεν είχε ιδιαίτερη απήχηση στη Λετονία. Από τη σοβιετική εποχή οι λετονικές ομάδες βολόδερναν στις κατώτερες κατηγορίες της σοβιετικής ποδοσφαιρικής πυραμίδας, ανίκανες να ανταγωνιστούν τις ρωσικές κι ουκρανικές δυνάμεις, δίνοντας προτεραιότητα στο μπάσκετ και στο χόκεϊ επί πάγου να μπουν στις καρδιές των ντόπιων. Μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, θεωρήθηκε πως κανένα άθλημα δε θα καταφέρνει να επανέλθει από τις οικονομικές κρίσεις και τους πειρασμούς της Δύσης. Ήταν ο Indriksons όμως που διαφωνούσε, και με τα επιχειρηματικά του ρίσκα που τον έκαναν πλούσιο ώντας σχετικά άγνωστος ακόμη, ιδρύει την ομάδα ως «Forums Skonto», χωρίς να κάνει τις προθέσεις του καθαρές. Ανταμείβεται για την επιλογή του, αφού με ρεκόρ 15-2-1 δε τη σταματάει κανείς και στέφεται πρωταθλήτρια. Εκτός από την βραχυπρόθεσμη επιτυχία, ο Indriksons φρόντισε και για τη μακροπρόθεσμη. Η Skonto ανέπτυξε ένα εκτεταμένο σύστημα scouting και ακαδημιών, ώστε ό,τι ταλέντο φύτρωνε στη χώρα, να καταλήγει στην ίδια. Από το 1998, αναλαμβάνει και πρόεδρος στην LFF. Η παντοκρατορία της Skonto δεν χωράει αμφισβητήσεις. Για σχεδόν δύο σεζόν δεν είχαν χάσει παιχνίδι. Έφτασαν να τελειώσουν αγώνα με σκορ 15-2, πυρπολώντας την FK Valmiera. Εκείνη την περίοδο πούλησε και δύο απ’ τους καλύτερους παίκτες της στην Αγγλία. Ο Vitālijs Astafjevs μεταγράφηκε στην Bristol Rovers για ο Marians Pahars στην Southampton.

 

 

Στο μεγαλύτερο κομμάτι της κυριαρχίας της, η Skonto είχε τον ίδιο άνθρωπο στο τιμόνι της. Ο Aleksandrs Starkovs έκατσε στον πάγκο της Skonto από το 1993 μέχρι το 2004, την εποχή δηλαδή που η ομάδα ήταν ασταμάτητη και άφησε το στίγμα της και στην Ευρώπη. Οι ποδοσφαιριστές της Skonto ήταν πειθαρχημένοι, είχαν όμως κι έξτρα, οικονομικά κίνητρα. Κάθε γκολ που πετύχαιναν σήμαινε λίγα χρήματα παραπάνω στον λογαριασμό τους, ευκαιρία που ενάντια στις πιο αδύναμες ομάδες δε πήγαινε χαμένη. Μία θέση στη βασική ενδεκάδα άξιζε πολλά, ο ανταγωνισμός ήταν σκληρός.

Δεν υπήρχε ιδιαίτερη περηφάνεια βέβαια. Ήξεραν πόσο μπροστά απ’ όλους ήταν, πόσο πολύ βοηθούσαν οι εγκαταστάσεις, οι προπονητές, οι ευκαιρίες για μεταγραφή στο εξωτερικό. Και φυσικά, τα χρήματα. Φήμες ήθελαν μεγάλο μέρος αυτών να προέρχονται από εγκληματικές ενέργειες. Ο Indriksons όμως δεν ήταν πάντα σε θέση να ρίξει χρήματα στην ομάδα. Τα προβλήματά του ξεκίνησαν από τα τέλη των 90s, που σήμαινε όλο και λιγότερες επενδύσεις στη Skonto, που σήμαινε μικρότερο κενό ανάμεσα σε αυτή κι όλους τους υπόλοιπους. Ακόμα κι η πώληση αστέρων όπως ο Māris Verpakovskis στην Dynamo Kiev κι ο Juris Laizāns στην CSKA Moscow, δεν έφεραν αρκετά χρήματα για να κάνουν τον σύλλογο υγιή. Η κακή τροπή που πήραν οι επιχειρήσεις του Indriksons δε γινόταν να μη χτυπήσουν και τη Skonto.

Το προαναφερθέν κενό καλύφθηκε μετά το 14ο πρωτάθλημα. Το 2005 τερμάτισε δεύτερη με διαφορά 13 πόντων από την πρωταθλήτρια FK Liepājas Metalurgs (η οποία επίσης έχει πλέον διαλυθεί). Ο προπονητής Starkovs έφυγε το 2004 για χάρη της Spartak Moscow και μέχρι να επιστρέψει έξι χρόνια μετά, η Skonto δεν είχε κερδίσει ξανά τίποτα. Πήρε μαζί του ακόμη ένα πρωτάθλημα στον ένα χρόνο που έκατσε, το 2010, που ήταν και το τελευταίο της.

Ήδη από την επόμενη χρονιά, τα πράγματα είχαν χειροτερέψει ξανά. Προκειμένου να μαζέψει κόσμο στο γήπεδο, ο Indriksons πρόσφερε εκπτώσεις σε οικογένειες και νέους, μοίραζε δωρεάν εισιτήρια στα σχολεία της Ρίγας, με αποτέλεσμα για ένα μικρό χρονικό διάστημα η προσέλευση να φτάσει ένα τετραψήφιο νούμερο, γυρνώντας όμως γρήγορα σε κυρίως άδειες θέσεις, παρά λίγους φανατικούς που συνέχιζαν να δίνουν την ψυχή τους στην ομάδα. Την ομάδα άρχισε να πληγώνει κι ο (πρώην) ιδιοκτήτης της. Παρά τις δύο αλλαγές ιδιοκτησίας, ο Indriksons δεν είχε φύγει. Η ενασχόλησή του με την Skonto συνεχίστηκε, την οποία και άρχισε πλέον να χρησιμοποιεί προς όφελός του. Οι μισθοί των παικτών έμεναν απλήρωτοι, κι όταν υπήρχαν έσοδα από κάποια πώληση, τα χρήματα εξαφανίζονταν. Πιθανότατα ήξερε ήδη ο ίδιος την τροπή που έπαιρνε η ομάδα και δεν μπήκε καν στη διαδικασία να τη βοηθήσει.

Η ομάδα ήταν ήδη «με το ένα πόδι στον τάφο». Λόγω προβλημάτων στο δικό της γήπεδο ξεκίνησε τη σεζόν σε άλλο γήπεδο, που ήταν επίσης σε μέτρια κατάσταση. Στην πρώτη αναμέτρηση, κόπηκαν μόνο 100 εισιτήρια. Ο προπονητής Starkovs είχε ξαναφύγει, οι παίκτες των 14 πρωταθλημάτων είχαν κάνει το ίδιο προ πολλού. Η UEFA την απέκλεισε κι από το Europa League λόγω των οικονομικών της, με την ομάδα να χάνει διαφυγόντα έσοδα κι από την Ευρώπη. Το μέλλον της Skonto ήταν κάθε άλλο παρά ευοίωνο. Οι παίκτες, που μένανε απλήρωτοι για πολλούς μήνες και παίρνανε μόνο υποσχέσεις, σταμάτησαν να προσπαθούν. Το 2016 η ομάδα υποβιβάζεται, παρά την δεύτερη θέση της την προηγούμενη χρονιά, καθώς δεν κατάφερε να εξασφαλίσει άδεια συμμετοχής από την ομοσπονδία. Στην δεύτερη κατηγορία καταλαμβάνει την 8η θέση και τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς πλέον, κηρύσσει πτώχευση και παύει να υπάρχει.

Παρότι δεν είναι η μόνη ομάδα στη χώρα που κήρυξε πτώχευση, αποτελεί την ομάδα με τη μεγαλύτερη πτώση. Αποδείχθηκε πως όλη η φήμη κι η ιστορία της δεν σήμαιναν τίποτα όταν έμεινε εγκαταλελειμμένη από κάλυψη. Αν και ακόμη καμία ομάδα δεν έχει τα μέσα για να φτάσει τα ύψη που κάποτε έφτασε η Skonto, υπάρχει η ελπίδα πως το λετονικό ποδόσφαιρο στο μέλλον θα είναι σταθερότερο, με υγιή ανταγωνισμό για το πρωτάθλημα, ο οποίος ήδη υπάρχει. Από το τελευταίο πρωτάθλημα της Skonto το 2010, πέντε διαφορετικές ομάδες έχουν στεφθεί πρωταθλήτριες. Πλέον μία νέα ομάδα, η Riga FC προσπαθεί να κάνει κάτι καινούργιο και να επανενώσει την πρωτεύουσα, κατακτώντας τα δύο τελευταία πρωταθλήματα. Δεν αναμένεται όμως από τους ντόπιους να επαναληφθεί η ιστορία της Skonto, εφόσον δεν εμφανιστεί κάποιος τρελός επενδυτής. Το μέλλον όμως, δεν φαίνεται λαμπρό. Η εθνική στα προκριματικά του Euro έκανε μόνο μία νίκη σε δέκα αγώνες, οι ομάδες στην Ευρώπη έχουν μείνει πολύ πίσω συγκριτικά με τον ανταγωνισμό και η ανέγερση ενός εθνικού σταδίου δεν είναι ακριβώς κοντά. Η διοίκηση στην LFF έχει αλλάξει, μένει να φανεί αν θα σημάνει αυτό αλλαγές και στην πράξη.

Η ιστορία της Skonto είναι μοναδική για την Λετονία. Η κληρονομιά του συλλόγου είναι ένας διχασμός ανάμεσα στο αν βελτιώθηκε το ποδόσφαιρο στα χρόνια της, ή αν η ηγεμονία της του έκανε κακό και το κράτησε πίσω. Κανείς όμως δεν μπορεί να αμφισβητήσει τον μεγάλο της ρόλο στην ποδοσφαιρική ιστορία του έθνους. Η επιρροή της παραμένει ζωντανή, αφού οι ακαδημίες του συλλόγου παραμένουν ενεργές, με την ελπίδα πως έστω κι έτσι, η εθνική ομάδα θα βοηθηθεί ξανά από μία πολυτροπαιούχα ομάδα, που πλέον είναι ανάμνηση.

 

Συντάκτης: Άγγελος Παλιακούδης