Καμιά φορά οι καλοί δεν φοράνε λευκά…

Με ταπεινή καταγωγή και «στολισμένος» στα μπλε και τα κόκκινα, αντί για τα λευκά, ο Σερ Μπόμπι Τσάρλτον κατέκτησε το πάνθεον του αγγλικού ποδοσφαίρου.

Κάπου ανάμεσα στο «Street Fighting Man» των Rolling Stones και το «Working Class Hero» των Beatles, ένας γιος εργάτη από το Άσινγκτον του Νορθάμπερλαντ ξεδίπλωσε τα πελώρια φτερά του με στόχο να πραγματοποιήσει το «αγγλικό όνειρο» και να κατακτήσει τον κόσμο. Το 1966, λίγα χρόνια πριν κυκλοφορήσουν τα εν λόγω τραγούδια, οι Standells τραγουδούσαν, «Καμιά φορά οι καλοί δεν φοράνε λευκά» (Sometimes Good Guys Don’t Wear White), έναν υπαινιγμό για την ανερχόμενη μεσαία τάξη που φορούσε λευκό κολάρο σε αντίθεση με το «μπλε κολάρο», δηλαδή την παραδοσιακή εργατική τάξη της Αγγλίας.

Κι αν την ίδια χρονιά ο νεαρός ακόμη Μπόμπι Τσάρλτον (δεν ήταν ακόμα Σερ) έμελλε να αναρριχηθεί στην κορυφή του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, πανηγυρίζοντας το Μουντιάλ του 1966 με την Αγγλία φορώντας λευκά, ωστόσο δεν έπαψε στιγμή να θυμάται και να τιμά την ταπεινή, «μπλε» καταγωγή του. Όμως, σε τελική ανάλυση, μάλλον μπορούμε όλοι να συμφωνήσουμε ότι το δικό του «κολάρο» δεν ήταν ούτε μπλε ούτε λευκό, αλλά κόκκινο, σαν το χρώμα της αγαπημένης του Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.

τσάρλτον λευκά

O Ρόμπερτ, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, Τσάρλτον ήταν γιος ανθρακωρύχου, και παράλληλα συγγενής του Τζάκι Μίλμπερν, του πρώτου σκόρερ στην ιστορία των… «Ανθρακωρύχων» (Νιουκάστλ) μέχρι το ρεκόρ του να καταρριφθεί από τον Άλαν Σίρερ. Με αυτά τα δύο, παρόμοια στην ουσία, πρότυπα -από τη μια τον πατέρα του, που έβγαινε από το ορυχείο με καρβουνιασμένη όψη, αλλά πάντα χαμογελαστός, και από την άλλη τον ξάδερφό του από τη μεριά της μητέρας του, που αν και διακεκριμένος ποδοσφαιριστής τον παρότρυνε να μην ακολουθήσει τα βήματά του διότι η Νιουκάστλ δεν φημιζόταν για τις ακαδημίες της– ο μικρός Μπόμπι επέλεξε να δραπετεύσει από τη βιοπάλη της εργατιάς, κάτι που άλλωστε του επέτρεψε το ταλέντο του με την μπάλα στα πόδια, κι έβαλε τον μεγαλεπήβολο στόχο να αγωνιστεί για τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του θρυλικού Ματ Μπάσμπι.

Από μικρός παρουσίασε έφεση στο ποδόσφαιρο, και ο «κυνηγός ταλέντων» που τον έφερε στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ήταν ο Σερ Ματ Μπάσμπι αυτοπροσώπως. Ο νεαρός Τσάρλτον γρήγορα εδραίωσε τη θέση του στους ανερχόμενους «Μπέμπηδες του Μπάσμπι», μια ομάδα ταλαντούχων νεαρών ποδοσφαιριστών που συσπειρώθηκαν γύρω από τον αειθαλή προπονητή των «Κόκκινων Διαβόλων». Οι δύο Σερ, ο Τσάρλτον και ο Μπάσμπι, ήταν μάλιστα μεταξύ των διασωθέντων από την τραγωδία του Μονάχου το 1958.

τσάρλτον λευκά

Όσον αφορά τις ποδοσφαιρικές του αρετές, ο Τσάρλτον φημιζόταν για τον έλεγχο της μπάλας, τις πάσες ακριβείας, και το γεγονός ότι υπαγόρευε με άνεση τον ρυθμό του παιχνιδιού. Το 1966 οδήγησε την Αγγλία στην κατάκτηση του μοναδικού της Παγκόσμιου Κυπέλλου, εξασφαλίζοντας για τον εαυτό του τη Χρυσή Μπάλα, ενώ με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ κατέγραψε 249 γκολ σε 758 εμφανίσεις στα 17 χρόνια του στο Ολντ Τράφορντ και πανηγύρισε τρία πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο Πρωταθλητριών και ένα FA Cup.

Για να κάνουμε μια αναλογία με την πιο πρόσφατη ιστορία της Γιουνάιτεντ, ο Τσάρλτον ήταν για τον Τζορτζ Μπεστ περίπου ό,τι ήταν ο Πολ Σκόουλς για τον Ντέιβιντ Μπέκαμ. Εργατικός, πράος, προσγειωμένος, ταπεινός, άνθρωπος της πράξης, όσον αφορά τον χαρακτήρα του. Βέβαια, μία άλλη πτυχή της προσωπικότητάς του ήταν πως έμοιαζε μονίμως απόμακρος και σοβαρός, γεγονός που εν μέρει εξηγείται από το τραγικό αεροπορικό δυστύχημα από το οποίο επιβίωσε και τον σημάδεψε για πάντα.

σερ τσάρλτον

Και, μέσα στο γήπεδο, αεικίνητος, απρόβλεπτος, εκρηκτικός, αψυχολόγητος, ένας «κόκκινος διάβολος» όνομα και πράγμα. Σύμφωνα με τον Μισέλ Πλατινί: «Ο Σερ Μπόμπι αντιπροσωπεύει όλα τα θετικά στοιχεία του ποδοσφαίρου: το fair play, τον σεβασμό και την αληθινή αφοσίωση», τονίζοντας στη συνέχεια ότι οι μελλοντικές γενιές θα ήταν καλό να πάρουν παράδειγμα από τον Τσάρλτον. Αυτό το προφίλ του σπουδαίου Σερ μοιάζει εκ διαμέτρου αντίθετο από την πληθωρική προσωπικότητα για την οποία φημιζόταν ο συμπαίκτης του σε Γιουνάιτεντ και εθνική Αγγλίας, Τζορτζ Μπεστ.

Ταυτόχρονα, όμως, σύμφωνα με τον προπονητή του, Σερ Ματ Μπάσμπι: «Δεν έχει υπάρξει ποτέ πιο δημοφιλής ποδοσφαιριστής. Άγγιζε την τελειότητα τόσο ως άνθρωπος όσο και ως παίκτης». Επομένως, βλέπουμε ότι την εποχή εκείνη ένας παίκτης μπορούσε να διατηρεί χαμηλό προφίλ και να είναι ταυτόχρονα ο πιο αγαπητός από τον κόσμο, εν μέρει ακριβώς λόγω αυτής της στάσης και του χαρακτήρα του, κάτι που απέχει πολύ από τη σημερινή κουλτούρα του lifestyle και της (αυτο-)προβολής.

τσάρλτον λευκά

Σύμφωνα με τον νυν προπονητή της Αγγλίας, Γκάρεθ Σάουθγκεϊτ, αλλά και με τον Πορτογάλο θρύλο Εουσέμπιο, ο Τσάρλτον ήταν ένας τζέντλεμαν του ποδοσφαίρου. Το ίδιο υποστηρίζει και ο Ρίο Φέρντιναντ: «Τι πραγματικός, λακωνικός τζέντλεμαν, ο οποίος όμως όταν μιλούσε στεκόσουν ακίνητος, σταματούσες ό,τι έκανες και τον άκουγες». Επρόκειτο λοιπόν για έναν λιγομίλητο, χαμηλών τόνων άνθρωπο, που παρ’ όλα αυτά ασκούσε μεγάλη επιρροή σε όσους ήταν γύρω του. Με τη σειρά του, ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον είχε να πει για τον χαρακτήρα του Τσάρλτον: «Το σπουδαίο γνώρισμα του Μπόμπι -και πρόκειται για ένα περίτρανο παράδειγμα κάθε επιτυχημένου ανθρώπου- ήταν ο τρόπος με τον οποίο ήταν προσγειωμένος στο έδαφος και διατήρησε την ταπεινότητά του σε όλη του τη ζωή».

Από τη μεριά τους, όσον αφορά τις ποδοσφαιρικές του αρετές, ο συμπαίκτης του στην Αγγλία, Τζεφ Χαρστ, ο Σερ Αλφ Ράμσι, προπονητής της Αγγλίας το ’66, και ο συμπαίκτης του Τσάρλτον σε εθνική και Γιουνάιτεντ, Τζορτζ Μπεστ, παρατηρούσαν ότι, αν και θεωρητικά αριστεροπόδαρος, ο Άγγλος θρύλος ήταν εξίσου καλός και με τα δύο πόδια, συνηθίζοντας να εκτοξεύει φονικά σουτ στην αντίπαλη εστία από μεγάλη απόσταση. Αλλά και ο αντίπαλός του, Φραντς Μπέκενμπάουερ είχε να πει ότι, «ο Μπόμπι Τσάρλτον φημιζόταν για τη δημιουργικότητά του. Έτρεχε σε ολόκληρη τη διάρκεια του 90λεπτου, και είχε πνευμόνια αλόγου». Το ίδιο χαρακτηριστικό του Σερ Μπόμπι τονίζει και ο έτερος αντίπαλός του, Εουσέμπιο.

Θέλοντας να προσφέρει πίσω στον κόσμο κάτι απ’ όσα αξιώθηκε να κατακτήσει χάρη στο ποδοσφαιρικό του ταλέντο, ο Τσάρλτον ίδρυσε το Sir Bobby Charlton Foundation, το οποίο απευθύνεται σε κοινότητες στον αναπτυσσόμενο κόσμο που πλήττονται από τον πόλεμο, προάγοντας το ιδανικό της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών και την ανάγκη παροχής ασφαλών συνθηκών διαβίωσης για τους αμάχους. Όπως γίνεται φανερό από την ιστορία του, απαιτείται ένας συνδυασμός νομοτελειακής ανάγκης και καθαρής τύχης, προκειμένου ο κόσμος να μπορέσει να αντικρίσει ένα αστέρι τόσο λαμπερό όσο αυτός.

σερ τσάρλτον

Μιλάμε για ανάγκη, διότι το ταλέντο του ήταν κάτι πηγαίο ή θεόσταλτο, μια σιωπηλή και συνάμα σαρωτική θύελλα που παράσερνε τα πάντα στο διάβα της, κάνοντας θρύψαλα τις επιταγές της δημοσιότητας και του life-style, παγίδες στις οποίες ήδη είχαν αρχίσει να πέφτουν πιο επιρρεπείς συμπαίκτες του. Και μιλάμε για τύχη, διότι πρόκειται για έναν άνθρωπο που έφυγε από τον κόσμο πριν από λίγες ημέρες, πλήρης ημερών, παρότι το μακρινό 1956, σε ηλικία 20 ετών, ήταν επιβάτης σε αεροπορικό δυστύχημα που κόστισε τη ζωή 23 ανθρώπων, μεταξύ των οποίων οι καλύτεροί του φίλοι. Το νήμα της ζωής του θα μπορούσε να είχε κοπεί πριν από 67 ολόκληρα χρόνια, κι ο ίδιος το ήξερε καλά ότι από εκείνη τη μοιραία χρονική στιγμή και μετά ζούσε μια «δανεική ζωή».

Γι’ αυτό τον λόγο, για το ερώτημα «Γιατί εγώ;» που δεν έπαψε ποτέ να ψιθυρίζει μια φωνή στο μυαλό του, θυμίζοντάς του ότι ζούσε από καθαρή τύχη, ο Σερ Μπόμπι Τσάρλτον φρόντισε να μετατρέψει την ευκαιρία του σε μια ζωή ιδανική κι αξιοθαύμαστη, φροντίζοντας ο ποδοσφαιρικός και όχι μόνο κόσμος να τον διατηρεί στο νου του με την καλύτερη ανάμνηση. Μια ευγενική φυσιογνωμία που επηρέασε το ποδόσφαιρο και την κοινωνία όσο λίγοι με το ταλέντο και τη στάση του. Ο κάλλιστος μεταξύ καλών, που προτιμούσε τα κόκκινα από τα λευκά…

Στήριξε την καμπάνια μας «Χάρισε Ζωή, Χάρισε Λευτερηά», γίνε εθελοντής δότης μυελού των οστών και ντύσου «ήρωας» για κάποιον που σε έχει ανάγκη!