Ρομέλου Λουκάκου: Ένας οργισμένος γίγαντας που συνήθισε να φεύγει

Ο Ρομέλου Λουκάκου είναι ένα αθλητικό θαύμα, ένας άνθρωπος που κρατάει υποσχέσεις, αλλά ταυτόχρονα ένα οργισμένο «παιδί» που για να αποδώσει πρέπει να νιώθει απαραίτητος.

Η ιστορία του Ρομέλου Λουκάκου ξεκινάει στα μέσα Μαΐου του 1993, στην Αμβέρσα του Βελγίου, πρωτεύουσα των διαμαντιών. Εκεί γεννιέται ένα παιδί που έμελλε να είναι από τους πρωτεργάτες της αντεπίθεσης του βέλγικου ποδοσφαίρου. Ένα σωματικό θαύμα της φύσης ήδη από νεαρή ηλικία, που θα εξελισσόταν σε έναν από τους πληρέστερους επιθετικούς της εποχής του. Θηριώδης στην όψη, ηγετικός μέσα στο γήπεδο και με βλέμμα τόσο σοβαρό, σαν να βρίσκεται σε αποστολή. Κάτι που είναι αλήθεια.

Ο Λουκάκου από μικρός βίωσε την ανέχεια. Όπως ο ίδιος έχει περιγράψει: «Είδα τη μητέρα μου να αραιώνει το γάλα με νερό, επειδή δεν είχαμε χρήματα να αγοράσουμε άλλο μπουκάλι». Αυτό στην ηλικία των έξι ετών. Μια εικόνα που του έμεινε και τον αφύπνισε. «Ήξερα ότι η λύση για όλα αυτά θα ήταν να παίξω ποδόσφαιρο για την Άντερελεχτ». Ρώτησε τον πατέρα του (διεθνής με την εθνική Ζαΐρ) από ποια ηλικία και μετά μπορεί να παίξει επαγγελματικό ποδόσφαιρο και του δόθηκε η απάντηση που έθεσε τον πήχη. «Στα 16» ήταν η απάντηση. Ο Λουκάκου είχε θέσει τον στόχο του. Στα 16 του θα έπαιζε επαγγελματικά ποδόσφαιρο.

Αυτή η δεκαετία που μεσολαβούσε μόνο εύκολη δεν ήταν. Τόσο λόγω της ανέχειας στην οποία ζούσε η οικογένεια του, όσο και λόγω ρατσιστικών επιθέσεων σχετικά με το χρώμα, την καταγωγή και το μέγεθος του. Η διάσημη φωτογραφία του Λουκάκου σε αγώνα εφηβικού ποδοσφαίρου, όταν ήταν 13 ετών, δείχνει ξεκάθαρα το γιατί κάποιοι γονείς αμφισβητούσαν την ηλικία του, με ότι συμπεριφορές αυτό μπορεί -δυστυχώς- να συνεπάγεται.

λουκάκου φυγή

Παρά τις δυσκολίες ο αγαθός «γίγαντας» έμεινε πιστός στην αποστολή του. Ειδικά μετά από ένα τηλεφώνημα με τον παππού του, που έμενε στο Κονγκό. Τότε ο παππούς του του ζήτησε να προσέχει την κόρη του (σ.σ. τη μητέρα του Λουκάκου) κι αυτός τον διαβεβαίωσε ότι όλα θα πάνε καλά. Λίγες μέρες μετά ο παππούς του έφυγε από τη ζωή κι ο 12χρονος -ακόμα- επιθετικός ήξερε ότι η αποστολή του ενείχε πια και μία υπόσχεση.

Η αλήθεια είναι πως ο έφηβος Ρομέλου άργησε να τα καταφέρει. Για την ακρίβεια άργησε έντεκα ημέρες. Έκανε ντεμπούτο στις 24 Μαΐου 2009, στους αγώνες για τα πλέι-οφ του βέλγικου πρωταθλήματος, όταν σε ηλικία 16 ετών και 11 ημερών, μπήκε αλλαγή στο 69ο λεπτό της αναμέτρησης απέναντι στην Σταντάρ Λιέγης, σε μία σειρά, όπου η ομάδα του ηττήθηκε.

Την επόμενη σεζόν ο θηριώδης επιθετικός πραγματοποίησε το αγωνιστικό του ξεπέταγμα. Σε μια ομάδα που ξεκίνησε τη σεζόν με αστέρι της τον Λούκας Μπίλια, την έκλεισε με τον Λουκάκου να έχει σκεπάσει κάθε άλλο όνομα στο ρόστερ, ως ο πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος με 15 τέρματα και ακόμα τέσσερα στο Γιουρόπα Λιγκ. Την επόμενη χρονιά, λίγο πριν την ενηλκίωσή του, ήταν πάλι ο πρώτος σκόρερ της ομάδας, με 20 γκολ συνολικά και είχε έρθει η ώρα για το επόμενο βήμα του.

άντερλεχτ

Μεταξύ πολλών ομάδων που έριζαν για την υπογραφή του, η Τσέλσι βγήκε νικήτρια και τον έκανε δικό της με 15 εκατομμύρια ευρώ. Ο Λουκάκου δεν είχε κλείσει καν τα 18 και μια από τις δυνατότερες ομάδες της Ευρώπης έδινε ένα εξωφρενικό ποσό για παίχτη της ηλικίας του (ενδεικτικά, η πιο ακριβή μεταγραφή της χρονιάς ήταν αυτή του Παστόρε στην Παρί με 42 εκ. ευρώ και αμέσως επόμενη αυτή του Αγουέρο στη Μάντσεστερ Σίτι με 40).

Κάπου εκεί, στο Δυτικό Λονδίνο, ξεκινάει η Oδύσσεια του νεαρού Βέλγου. Σε εκείνη την επική κούρσα της σεζόν 2011/12 με το ακόμα πιο επικό φινάλε, που η Σίτι κερδίζει το πρώτο πρωτάθλημα της ιστορίας της, ο Λουκάκου θα παίξει μόλις 158 λεπτά στο πρωτάθλημα και η Τσέλσι θα τερματίσει 6η. Είναι ξεκάθαρο ότι στο πανάκριβο ρόστερ της Τσέλσι, δεν θα βρει τα αγωνιστικά λεπτά που χρειάζεται για να ξεδιπλώσει τις ικανότητές του, οπότε την επόμενη χρονιά πάει δανεικός στη Γουέστ Μπρομ.

Στο Χόθορνς βρίσκει την ευκαιρία που αποζητά, σκοράρει 17 γκολ σε 35 παιχνίδια και ξανασυστήνεται στο κοινό της Αγγλίας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Δεν ήταν απλά ένας υπερβολικά μεγαλόσωμος έφηβος, ούτε μια φωτοβολίδα που άναψε στο Βέλγιο για να σβήσει στο πολύ πιο απαιτητικό πρωτάθλημα της Πρέμιερ Λιγκ!

λουκάκου φυγή

Έχοντας ήδη κερδίσει σημαντικό χρόνο συμμετοχής στην εθνική ομάδα του Βελγίου, ο Λουκάκου επιστρέφει στην Τσέλσι τη σεζόν 2013/14, μόνο για να ξαναφύγει δανεικός στην Έβερτον, μετά από δύο παιχνίδια με τους «Μπλε» του Λονδίνου. Εκεί καθιερώνεται ως σημείο αναφοράς και πετυχαίνει 15 τέρματα, αναγκάζοντας ουσιαστικά την Έβερτον να πληρώσει κάτι περισσότερο από 35 εκ. ευρώ για να τον κάνει δικό της.

Τις επόμενες τρεις σεζόν στην Έβερτον πετυχαίνει ακόμα 71 τέρματα, ενώ παράλληλα είναι ο αδιαμφισβήτητος βασικός φορ του Βελγίου. Το καλοκαίρι του 2017 έρχεται και η πρώτη μεγάλη του μεταγραφή. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ πληρώνει 85 εκ. ευρώ στα «Ζαχαρωτά» για να τον κάνει δικό της. Με 27 γκολ την πρώτη του σεζόν βοηθάει τα μέγιστα για να κατακτήσει τη 2η θέση της Πρέμιερ Λιγκ, να φτάσει στους «16» του Τσάμπιονς Λιγκ και στον τελικό του FA Cup.

Με την αποχώρηση του Ζοσέ Μουρίνιο και την έλευση του Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ την επόμενη χρονιά, φάνηκε ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό του Λουκάκου. Αν κάτι δεν πήγαινε όπως το ήθελε εκείνος, πάντα ζητούσε να φύγει και δεν ήταν διαλλακτικός σε αυτό. Σύμφωνα με δηλώσεις του, τον Μάρτιο του 2019 ζήτησε από τον Νορβηγό να αποχωρήσει. Δεν ένιωθε ότι λάμβανε την εμπιστοσύνη που του έδειχνε ο «Special One». Δίκαιο ή άδικο, αυτή ήταν η πραγματικότητα για τον Λουκάκου και η λύση προφανής.

σόλσκιερ γιουνάιτεντ

Κάντε ένα like στη σελίδα μας στο facebook, αν δεν το έχετε ήδη κάνει!

Τα κατάφερε το καλοκαίρι της ίδιας σεζόν, πηγαίνοντας στην Ίντερ (με ρεκόρ μεταγραφής της ομάδας 74 εκ. ευρώ), δηλώνοντας, μάλιστα, ότι οι «Νερατζούρι» ήταν η μόνη ομάδα που ήθελε να βρεθεί και ότι ήρθε για να κατακτήσει το Σκουντέτο. Κι ο Λουκάκου κρατάει τις υποσχέσεις του!

Στην Ιταλία οργίασε και συνέθεσαν ένα απίστευτο επιθετικό δίδυμο με τον Λαουτάρο Μαρτίνες. Στα δύο χρόνια που έμεινε στο Μιλάνο, κατάφερε να κερδίσει ένα πρωτάθλημα Ιταλίας, το βραβείο του καλύτερου παίκτη της χρονιάς για την Ίντερ και να φτάσει σε έναν τελικό Γιουρόπα Λιγκ. Στην εθνική Βελγίου είχε ήδη γίνει ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία της και, μαζί με τον Κέβιν Ντε Μπρόινε, ο παίκτης που ξεχώριζε. Φάνηκε επιτέλους ο Λουκάκου να είχε βρει την «Ιθάκη» του.

Παρά τις αντίθετες ενδείξεις, με την πρώτη ευκαιρία, μόλις άκουσε τις «Σειρήνες» να τραγουδούν ξανά, αποφάσισε να συνεχίσει το ταξίδι του. Ο Τόμας Τούχελ (που μόλις είχε κατακτήσει ένα ανέλπιστο Τσάμπιονς Λιγκ με την Τσέλσι) τον ήθελε στην ομάδα του, για να στηρίξει γύρω του την επίθεση της Τσέλσι. Σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του Βέλγου φορ, μόλις έμαθε για την πρόταση της Τσέλσι για 110 εκ. ευρώ, ζήτησε από τον Σιμόνε Ιντζάγκι να βρεθεί τρόπος να συμφωνήσουν οι ομάδες για να φύγει, λέγοντας εμμέσως πλην σαφώς ότι, αν δεν γίνει αυτό που ήθελε, η ισορροπία των αποδυτηρίων δεν ήταν βέβαιη!

λουκάκου φυγή

Γυρνώντας στο Στάμφορντ Μπριτζ, δήλωσε ότι έχει αφήσει ανολοκλήρωτες υποθέσεις στην ομάδα. Η συνέχεια, βέβαια, σίγουρα δεν ήταν αυτό που ήθελε ο Λουκάκου. O Τούχελ, κατά τον ίδιο, χρησιμοποιούσε ένα σύστημα που δεν ταίριαζε με τα χαρακτηριστικά του, με αποτέλεσμα πολλές φορές να μην ξεκινάει ή να μη χρησιμοποιείται καν. Με 15 τέρματα σε όλες τις διοργανώσεις (2,747 λεπτά συμμετοχής), σίγουρα τα πράγματα δεν πήγαν όπως τα είχε φανταστεί ο Λουκάκου.

Αποκορύφωμα της κατάστασης που ο ίδιος ζούσε, ήταν μια συνέντευξη που έδωσε τον Δεκέμβριο του 2021, λέγοντας -μεταξύ άλλων- ότι δεν είναι χαρούμενος με την κατάσταση στην Τσέλσι και θέτοντας ως παράγοντα επιστροφής του τη μη υπογραφή νέου συμβολαίου με την Ίντερ, εκτός του ότι ήθελε να γυρίσει στους «Μπλε» επειδή ήταν η ομάδα που υποστήριζε από μικρός.

Κάπου εκεί το γυαλί είχε φανεί να σπάει σχετικά με την επιστροφή του. Μπορεί να είχε συμμετοχή με την ομάδα στο υπόλοιπο της σεζόν (σίγουρα όχι σαν βασική και αναντικατάστατη μονάδα, όπως και προοριζόταν όταν αποκτήθηκε), αλλά ο Λουκάκου είχε ήδη αποφασίσει. Η Ίντερ του έτεινε χείρα σωτηρίας, την οποία και άρπαξε. Όπως έχει δείξει η ιστορία του, όταν κάτι δεν πάει όπως το περιμένει, η φυγή είναι μονόδρομος.

τσέλσι σκόρερ

Και φτάνουμε στο σήμερα, που ο Λουκάκου είναι δανεικός στην -φαινομενική- Ιθάκη του. Παραδέχθηκε ότι ήταν λάθος η φυγή του από την Ίντερ, ότι οι σχέσεις του με τους συμπαίκτες του και αυτό που παρουσιάζουν στο γήπεδο είναι πολύ σημαντικό και ότι πλέον επέστρεψε. Η σεζόν δεν έχει εξελιχθεί όπως την περίμενε ο ίδιος, καθώς γύρισε με παραπανίσια κιλά και αντιμετωπίζει έναν μυϊκό τραυματισμό που δεν του έχει επιτρέψει να παίξει από τις 26 Αυγούστου και την ήττα της Ίντερ από τη Λάτσιο.

Πρόσφατα, μάλιστα, ξεκίνησαν να ακούγονται φήμες περί πρόωρης διακοπής του δανεισμού του τον Ιανουάριο, αν και μέχρι τώρα έχουν διαψευστεί από τους «transfer rumor masters». Ανατρέχοντας κάποιος στην καριέρα και τη ζωή του Λουκάκου, μπορεί κανείς να βγάλει αρκετά συμπεράσματα σχετικά με το τι παίχτη και τι άνθρωπο έχει να κάνει. Στα δικά μου μάτια, ένας φανταστικός ποδοσφαιριστής μέσα στο γήπεδο, ένας serial winner, στοχοπροσηλωμένος και ανένδοτος στα θέλω του.

Ταυτόχρονα, ένας άνθρωπος που αν κάτι δεν πάει όπως το θέλει παρουσιάζει τάσεις φυγείς, παρορμητικός, με κάποιες βαρυσήμαντες -και πιθανότατα αχρείαστες- δηλώσεις κατά καιρούς και μια ανάγκη να νιώθει απαραίτητος. Δεν λέω τα τελευταία αναγκαστικά με αρνητική χροιά, αλλά προσωπικά δηλώσεις όπως αυτές που κάνει ο Λουκάκου κατά καιρούς δεν θα τις ήθελα ούτε υπέρ, ούτε κατά της ομάδας μου.

λουκάκου φυγή

Σίγουρα η ιστορία του μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για αρκετούς ανθρώπους-και ορθώς. Από το παιδί που έπινε το γάλα του αραιωμένο με νερό, έφτασε να είναι ο παίχτης με το υψηλότερο αθροιστικά ποσό μεταγραφών στην ιστορία του αθλήματος (οι ομάδες που τον απέκτησαν ανά τα χρόνια έχουν συνολικά πληρώσει πάνω από 333 εκ. ευρώ ως τώρα). Ο πρώτος με διαφορά από τον δεύτερο σκόρερ του Βελγιού, μόλις στα 29 του. Αυτός που τήρησε την υπόσχεση του για πρωτάθλημα με την Ίντερ και στον παππού του ότι θα προσέχει τη μητέρα του.

Ταυτόχρονα όμως αποτελεί έναν παίχτη που δεν μπόρεσε να στηρίξει το βάρος των προσδοκιών δύο πολυδάπανων μεταγραφών. Αυτόν που στην άβολη για τον ίδιο κατάσταση επέλεγε να φύγει. Τον παίχτη που, παρά τα όσα απίθανα έχει πετύχει μόλις στα 29 του, ακόμα δεν έχει καταφέρει να καθιερωθεί στην συνείδηση του κόσμου ως κάποιος που χωράει στην κουβέντα των καλύτερων, μεταξύ των κορυφαίων της γενιάς του!