Στη «σκιά» των μεγάλων Αυστραλών, John Aloisi

Η Αυστραλία είναι μια χώρα που έχει χαρίσει πολλούς ταλαντούχους επιθετικούς, ιδιαίτερα στα τέλη της δεκαετίας του 90 και στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 2000. Πολλοί  ακόμα θυμούνται την εκτελεστική δεινότητα του Viduka, τις ικανότητες και τους τραυματισμούς του Kewell, τον «πυγμάχο» Tim Cahill. Όμως, μεταξύ αυτών υπήρχε κι ένας πιο αδικημένος, ο John Aloisi.

 

Ο Aloisi γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου του 1976 στην Αδελαϊδα της Αυστραλίας. Από πολύ μικρός έδειχνε ιδιαίτερα ταλαντούχος, με αποτέλεσμα να αγωνιστεί για λογαριασμό της πρώτης ομάδας της Adelaide City, στα 15 του μόλις χρόνια. Μάλιστα, κατάφερε τη πρώτη του χρονιά να σκοράρει και οκτώ τέρματα, δίνοντας ένα ενθαρρυντικό πρώτο δείγμα γραφής.

Αυτά είδε η βέλγικη Standard και αποτέλεσε το πρώτο του σταθμό στην Ευρώπη, μόλις έναν χρόνο αργότερα. Εκεί ο Aloisi δεν πήρε καθόλου χρόνο συμμετοχές, με αποτέλεσμα να μετακομίσει σε μια άλλη ομάδα της χώρας, την Antwerp. Τη πρώτη του χρονιά δε πήρε παρά ελάχιστες ευκαιρίες, ενώ τη δεύτερη κατάφερε να πετύχει έξι γκολ. Ήδη το ταλέντο του άρχισε να φαίνεται παραπάνω, καθώς αν και με ένα πληθωρικό παρουσιαστικό, διέθετε και ταχύτητα και καλή τεχνική κατάρτιση.

 

 

Αυτά διέκρινε στο νεαρό Αυστραλό και η Cremonense, που αγωνιζόταν στη πρώτη κατηγορία του ιταλικού πρωταθλήματος, κι αποφάσισε να τον αποκτήσει, το Νοέμβριο του 1995. Ο ίδιος, λόγω και των ριζών που είχε από τη χώρα, από τον παππού του, θέλησε πάρα πολύ να αγωνιστεί εκεί. Στο πρώτο του αγώνα μάλιστα, σκόραρε μετά από δυο λεπτά, κάτι που τον έχρησε τον νεότερο ξένο σκόρερ στην ιστορία της Serie A. Κατάφερε να πετύχει όμως μόλις ένα ακόμη γκολ εκείνη τη χρονιά, με τη Cremonense να μη συνεχίζει στη κατηγορία. Ο ίδιος, όπως δήλωσε καιρό μετά την απόσυρσή του, δυσκολευόταν στην ιδιαίτερα αμυντικογενή ομάδα να πάρει ευκαιρίες και να σκοράρει, κράτησε όμως τα θετικά, όπως το ότι αντιμετώπισε σπουδαίους αμυντικούς όπως ο Baresi, o Costacurta κι ο Maldini.

Ο Aloisi έμεινε για μια ακόμη χρονιά, με τη Cremonense να αγωνίζεται στη δεύτερη κατηγορία. Όμως υπήρχαν αρκετά προβλήματα στην ομάδα, από τον υποβιβασμό της κι έπειτα, ο Aloisi πέτυχε πάλι μόλις δυο τέρματα, με την ομάδα να γνωρίζει τον δεύτερο συνεχόμενο υποβιβασμό της. Ο Αυστραλός επιθετικός δεν επιθυμούσε να αγωνιστεί σε χαμηλότερη κατηγορία, και κάπου εδώ εμφανίζεται η προοπτική της Αγγλίας.

 

 

Με τον Terry Venables, προπονητή της εθνικής Αυστραλίας, με την οποία προσφάτως είχε γίνει διεθνής ο Aloisi, στη θέση του προέδρου της Portsmouth, η ομάδα αποκτά τον ίδιο κι άλλους τέσσερις ομοεθνείς ποδοσφαιριστές. Μάλιστα, έχοντας φτάσει τις τρεις συμμετοχές με τα «Καγκουρό», μέτρησε και πέντε τέρματα, σε μια νίκη επί της αδύναμης ομάδας των Νησιών του Σολομώντα. Με παρτενέρ στην επίθεση τον John Durnin, αλλά και τις συνθήκες προσαρμογής σε πολύ καλό επίπεδο, ο Aloisi πετυχαίνει δώδεκα τέρματα και συμβάλει σε τεράστιο βαθμό στη παραμονή της ομάδας στη κατηγορία.

Η συνέχεια, της επόμενης χρονιάς με τους «Pompeys», εξίσου ενθαρρυντική, έχοντας σκοράρει ως τον Δεκέμβριο 14 γκολ στο πρωτάθλημα. Τότε του «χτύπησε» τη πόρτα η Coventry της Premier League, δίνοντας το ποσό των 650 χιλιάδων λιρών. Στη δεύτερή του μόλις συμμετοχή και σε έναν αγώνα με τη Tottenham, σκόραρε το πρώτο του γκολ, σταματώντας τη χρονιά στα πέντε με τη νέα του ομάδα. Δεν έλειψαν μάλιστα και τα ατυχή περιστατικά, καθώς σε έναν αγώνα με τη Charlton, αποβλήθηκε για μια γροθιά στον Danny Mills. Την επόμενη χρονιά ο Aloisi ταλαιπωρήθηκε ιδιαίτερα από έναν τραυματισμό στο χιαστό, ο οποίος αποτέλεσε αδύναμό του σημείο κι αργότερα, σκοράροντας μόλις δυο φορές σε επτά αγώνες πρωταθλήματος, ενώ τη σεζόν 2000-2001, τα μόλις τρία τέρματά του στο πρωτάθλημα δεν επέτρεψαν στη Coventry να παραμείνει στη κατηγορία. Μετά και τον υποβιβασμό της Coventry, ο Aloisi θέλει να βρεθεί σε μια νέα ομάδα.

 

 

Κι ενώ βρίσκεται κοντά στη παραμονή του στο «Νησί», τη τελευταία στιγμή η μεταγραφή του στη Crystal Palace «χάλασε». Τότε εμφανίστηκε η αξιόμαχη, εκείνη την εποχή, Osasuna. Στη πρώτη του χρονιά, στο πολύ ανταγωνιστικό ισπανικό πρωτάθλημα, με εννέα γκολ βοήθησε στη παραμονή της Osasuna, στο «νήμα». Ακολούθησε μια χρονιά όπου πέτυχε ένα τέρμα λιγότερο, κι η ομάδα του έμεινε πολύ πιο άνετα στη κατηγορία. Στη συνέχεια ακολούθησαν, δυο μέτριες χρονιές, με έξι γκολ η κάθε μία για τον Αυστραλό επιθετικό. Η ομάδα παρέμενε στη κατηγορία δίχως δυσκολία, ενώ κατάφερε να φτάσει κι ως το τελικό του κυπέλλου Ισπανίας.

 

 

Κάπου εκεί, βρίσκεται μια «δική μας» ομάδα, ο Παναθηναϊκός. Ο Aloisi αποτελεί επιλογή των ιθυνόντων της ομάδας για ενίσχυση της επιθετικής της γραμμής, σε μια γεμάτη επίθεση που είχε τους Olisadebe, Δημήτρη Παπαδόπουλο, Φάνη Γκέκα και τον νεαρό Μάντζιο. Όμως, ο Αυστραλός «κόβεται» στις ιατρικές εξετάσεις, κι ενώ αρχικά είχε υπογράψει με την ομάδα. Όπως αποκαλύφθηκε, αγωνιζόταν το τελευταίο ένα χρόνο δίχως χιαστούς. Τελικά, κατέληξε να συνεχίσει στην Ισπανία και την Alaves, όπου σκόραρε δέκα τέρματα, τη καλύτερη επίδοσή του στην Ισπανία, με την ομάδα όμως να μη παραμένει στη κατηγορία.

Στο μεταξύ, ο Aloisi τότε πραγματοποίησε και το όνειρο κάθε ποδοσφαιριστή, καθώς με τους «Socceroos» βρέθηκε στα γήπεδα της Γερμανίας, για το Παγκόσμιο Κύπελλο. Μάλιστα, με πέναλτι του ιδίου η ομάδα προκρίθηκε στη τελική φάση, εις βάρος της Ουρουγουάης, μετά από 32 ολόκληρα χρόνια. Έπαιξε και στα τέσσερα παιχνίδια της ομάδας ως αλλαγή, ενώ μέτρησε ένα γκολ και μία ασίστ, όντας ένας εκ των αφανών ηρώων της ομάδας που έφτασε ως και τη φάση των «16». Ένα χρόνο νωρίτερα, μάλιστα, είχε παίξει ως βασικός στο Κύπελλο Συνομοσπονδιών, «προάγγελο» του Παγκοσμίου Κυπέλλου, πετυχαίνοντας τέσσερα γκολ.

 

 

Ο Aloisi δέχθηκε να ακολουθήσει την Alaves στη Segunda Division, όπου σκόραρε μόλις έξι γκολ, σε μια μέτρια χρονιά. Τότε αποφάσισε όμως να επιστρέψει στην Αυστραλία, όπου και υπέγραψε με την Central Coast Mariners. Πέτυχε επτά γκολ δείχνοντας ξεκάθαρα τη κλάση του, στο χαμηλότερης δυναμικότητας πρωτάθλημα της χώρας. Ακολούθησαν δυο χρόνια στη Sydney, ενώ αποφάσισε να κλείσει τη καριέρα του έναν χρόνο μετά, στη Melbourne Heart. Στα τέσσερα τελευταία χρόνια της καριέρας του, που βρέθηκε στη πατρίδα του, σκόραρε συνολικά 29 φορές, δίχως να αποδίδει στο 100%, ενώ κατέκτησε κιόλας δυο πρωταθλήματα. Τα χρόνια που βρέθηκε στην Αυστραλία, όμως, ταλαιπωρούταν κατά πολύ από το γόνατό του.

Η ποδοσφαιρική του καριέρα μπορεί σαφέστατα να κριθεί επιτυχημένη, καθώς δεν ήταν εύκολο, σε μια εποχή με πιο δύσκολους διαύλους επικοινωνίας της Ευρώπης με τον υπόλοιπο κόσμο, να βρεθεί ένας Αυστραλός ποδοσφαιριστής στην Ευρώπη. Γνώρισε συνολικά τέσσερις υποβιβασμούς με τις ομάδες του, ενώ γεύτηκε τη χαρά του πρωταθλήματος, με τρεις διαφορετικές ομάδες στην Αυστραλία. Είναι ο μόνος Αυστραλός που έχει παίξει σε Αγγλία, Ιταλία και Ισπανία, ενώ αρκετοί θεωρούν πως υποτιμήθηκε και στην εθνική του ομάδα, για χάρη του ταλέντου του Mark Viduka.

 

 

Ο ίδιος πάντως, δεν αισθάνθηκε ποτέ αδικημένος, έχοντας αναφέρει σε συνέντευξή του πως ο Viduka ήταν ο καλύτερος επιθετικός που έβγαλε ποτέ η Αυστραλία. Θεωρεί, παρ’ όλα αυτά, ότι θα μπορούσαν να είχαν αγωνιστεί μαζί σε περισσότερες περιστάσεις. Τη στιγμή αυτή, αποτελεί τον τέταρτο σκόρερ στην ιστορία της χώρας του. Σημαντικό ρόλο στο να «βαρύνει» παραπάνω ο τρόπος που αγωνιζόταν έπαιξε κι η αχίλλειος πτέρνα του, το γόνατό του, το οποίο του στέρησε και τη παρουσία στα ελληνικά γήπεδα. Αντ’ αυτού, αποκτήθηκε εν τέλει ο Sandor Torghelle, με τα αποτελέσματα γνωστά.

Μετά και την ποδοσφαιρική του καριέρα, ακολούθησε τη προπονητική, αρχικά ως προπονητής στα τμήματα υποδομών της Melbourne Heart, ενώ ένα χρόνο αργότερα πήρε το «χρίσμα» του πρώτου προπονητή. Δεν κρίθηκε με επιτυχία η πορεία του εκεί καθώς η ομάδα βγήκε ένατη κι έτρεξε ένα σερί 17 αγώνων δίχως νίκη. Ακολούθησε ένα σύντομο πέρασμα του από τις ακαδημίες της Melbourne Victory, ενώ μερικούς μήνες μετά έγινε προπονητής της Brisbane Roar, στην οποία παρέμεινε για τρία χρόνια κι έγινε ο μακροβιότερος προπονητής της.

Έμεινε έπειτα εκτός της αγωνιστικής επικαιρότητας, καθώς αναγκάστηκε να υποβληθεί σε ένα χειρουργείο στη καρδιά του. Ευτυχώς για τον ίδιο και την οικογένειά του, το χειρουργείο στέφθηκε υπό απόλυτη επιτυχία, κι ο ίδιος αναμένει την επόμενη προπονητική πρόκληση που θα αναλάβει.