«4-3-3»: Ίδια διάταξη, διαφορετικές προσεγγίσεις

Στις αρχές των 00’s το 4-2-3-1 άρχισε να εμφανίζεται ως η βασική διάταξη και στην Premier League. Η εντός έδρας ήττα-αποκλεισμός (2-3) της Manchester United από τη Real Madrid στα προημιτελικά του Champions League 1999-2000 έκανε τον Sir Alex να παραδεχθεί ότι η εποχή του παραδοσιακού 4-4-2 είχε περάσει ανεπιστρεπτί και να ακολουθήσει το ισπανικό υπόδειγμα, το οποίο ήδη εφάρμοζε η Arsenal του Wenger.

 

Το καλοκαίρι του 2004 ο πρωταθλητής Ευρώπης (με την Porto) Jose Mourinho αναλαμβάνει τις τύχες της Chelsea φέρνοντας μαζί του στο Νησί μια νέα ποδοσφαιρική πρόταση: μια σφιχτή λογική του 4-3-3, η οποία διαφοροποιείται αισθητά από το proactive ολλανδικό πρότυπο (total football) και θυμίζει περισσότερο 4-5-1 ιδίως σε φάση αμυντικού transition. Το 4-3-3 του πάλαι ποτέ Special One χαρακτηρίζεται από αμυντικό βάθος (Terry-Carvalho δεν εκτέθηκαν σχεδόν ποτέ σε ψηλά μέτρα), από ισορροπημένα πλάγια μπακ (Ferreira και Bridge ανεβαίνουν εναλλάξ), από έναν ball winning midfielder (ο Makelele υπήρξε η επιτομή του αμυντικού χαφ-κόφτη), ένα οκτάρι με ταχυδύναμη και ικανότητα κάλυψης χώρων (Essien), ένα οκτάρι-κρυφό φορ (Lampard), δύο εξτρέμ γραμμής που συγκλίνουν από πλάγιες θέσεις (Robben-Duff) και έναν εξαιρετικό target man (Drogba). Χάρη στο 4-3-3 η Chelsea εξασφάλιζε υπεροπλία στον άξονα διαθέτοντας πάντα τρεις παίκτες σε κοντινή απόσταση. Με τα λόγια του ίδιου του Mourinho:

«Αν έχω ένα τρίγωνο στο κέντρο, δηλαδή τον Claude Makelele πίσω και άλλους δύο ακριβώς μπροστά- πάντα θα διαθέτω πλεονέκτημα απέναντι σε ένα καθαρό 4-4-2 όπου οι κεντρικοί μέσοι καλούνται να καλύψουν όλο το πλάτος. Κι αυτό διότι πάντα θα έχω έναν έξτρα παίκτη. Ξεκινά με τον Makelele, ο οποίος βρίσκεται ανάμεσα στις γραμμές. Αν κανείς δεν έρθει να τον πιέσει, αυτός μπορεί να δει ολόκληρο το γήπεδο και έχει χρόνο στη διάθεσή του. Αν τον κλείσουν, αυτό σημαίνει ότι ένας εκ των άλλων δύο μέσων είναι ελεύθερος. Αν είναι και οι δύο κλεισμένοι και έρθουν οι εξτρέμ εσωτερικά για βοήθεια, αυτό σημαίνει ότι υπάρχει χώρος για εμάς στην πλευρά, είτε για τους εξτρέμ είτε για τους πλάγιους μπακ. Δεν υπάρχει καθαρό 4-4-2 που να μπορεί να σταματήσει το 4-3-3».

 

 

Ο Jürgen Klopp ανέλαβε να μετατρέψει τους «Κόκκινους» από doubters σε believers τον Οκτώβριο του 2015. Μετά από μιάμιση χρονιά τακτικών πειραματισμών και σταδιακής ραγδαίας βελτίωσης του ρόστερ, παρουσίασε την τελική εκδοχή του δικού του 4-3-3 στο δεύτερο μισό της περσινής σεζόν. Παρά τη φετινή ρεαλιστική στροφή της Liverpool, το γνήσιο ποδόσφαιρο του Klopp είναι heavy metal, καθώς στηρίζεται στις αδιάκοπες μεταβάσεις από άμυνα σε επίθεση και αντίστροφα. Στη gegenpressing εκδοχή (διαφορετική από το control ποδόσφαιρο της Chelsea στην πρώτη θητεία του Mourinho, αλλά και από το positional play των ομάδων του Guardiola), το 4-3-3 στηρίζεται στο λυσσασμένο πρέσινγκ ψηλά στο γήπεδο για άμεση ανάκτηση της κατοχής κοντά στην αντίπαλη περιοχή και στον γρήγορο αιφνιδιασμό. Τα δύο πλάγια μπακ (Alexander Arnold-Robertson) δίνουν το επιθετικό πλάτος (άρα παραμένουν πολύ ψηλά σε θέσεις εξτρέμ) και αυτό έκανε τη Liverpool πολύ ευάλωτη στις αντεπιθέσεις (μέχρι την απόκτηση ενός «βράχου», όπως ο Van Dijk). Το εξάρι (Henderson) λειτουργεί ως deep lying playmaker σημαδεύοντας με κάθετες και διαγώνιες μπαλιές τις μεσοεπιθετικές κινήσεις, τα οκτάρια διασφαλίζουν την ισορροπία ανάμεσα σε άμυνα και επίθεση (αποτελούν το πιο συντηρητικό στοιχείο στη run and gun λογική του Klopp), ο Firmino λειτουργεί ως false 9 τραβώντας το αντίπαλο σέντερ μπακ εντελώς εκτός περιοχής και οι Salah-Mane κινούνται στο χώρο ως εσωτερικοί επιθετικοί (σε πολύ κεντρικούς ρόλους) για να δημιουργήσουν καταστάσεις πανικού με ισο- ή υπεραριθμία.

 

 

Η Manchester City έγινε σταδιακά ομάδα του Guardiola μετά από μια δύσκολη πρώτη χρονιά του Καταλανού football philosopher στην Αγγλία. Το 4-3-3 του Pep στηρίζεται στη διατήρηση της κατοχής και στη -συνήθως υπομονετική κι ενίοτε απρόσμενη- κάθετη διάσπαση της αντίπαλης αμυντικής οργάνωσης. Η καλή κυκλοφορία μπάλας ξεκινά από τον τερματοφύλακα-λίμπερο, με τον Ederson να αποδεικνύεται λίρα εκατό μετά τους ατυχείς πειραματισμούς με Hart και Bravo. Τα στόπερ παίζουν σε λίγο χαμηλότερα μέτρα σε σχέση με την άτρωτη Barca (2008-2012), καθώς η City διατηρεί μεν υψηλά ποσοστά κατοχής μπάλας, αλλά όχι όσο οι «Blaugrana» επί Guardiola. Τα πλάγια μπακ (Walker, Delph) έρχονται σε κεντρικούς ρόλους λειτουργώντας ως συμπληρωματικά αμυντικά χαφ για να διασφαλίσουν τα απαραίτητα τρίγωνα σε κοντινή απόσταση, ενώ το «εξάρι» (Fernandinho) είναι υπεύθυνος για την πρώτη ακριβή κοντινή πάσα (regista, ούτε ball winning midfielder όπως ο Makelele στην Chelsea του Mourinho ούτε deep lying playmaker όπως ο Henderson στη Liverpool του Klopp). Τα «οκτάρια» (De Bruyne, David Silva) έχουν σαφώς πιο δημιουργική αποστολή, καθώς επιτελούν ρόλο οργανωτή όσο η μπάλα βρίσκεται στη μέση του γηπέδου και box to box απειλής όταν το παιχνίδι μεταφερθεί στα καρέ της αντίπαλης ομάδας. Τα εξτρέμ (Sterling, Sane), όπως και στην Chelsea του Mourinho, ξεκινούν από πολύ πλάγιες θέσεις συγκλίνοντας προς την περιοχή για να εκμεταλλευτούν τα κάθετα κοψίματα των οκταριών και τα underlaps των πλάγιων μπακ. Ο σέντερ φορ (Aguero) έχει κυρίως ρόλο poacher, βοηθάει μεν στις μεσοεπιθετικές συνδέσεις, ωστόσο η κύρια αποστολή του είναι να βρίσκεται μες στο «κουτί» για να κρατάει χαμηλά την αμυντική γραμμή του αντιπάλου.

 

 

Συνεπώς, τρεις κορυφαίοι προπονητές του 21ου αιώνα παρουσίασαν την ίδια διάταξη προσδίδοντάς της εντελώς διαφορετική λογική. Για τον πρώιμο Mourinho το 4-3-3 ήταν μια άσκηση ισορροπίας κυρίως κατά τη μετάβαση από την επίθεση στην άμυνα, για τον Klopp είναι ένας τρόπος γρήγορης και αποτελεσματικής μεταφοράς του παιχνιδιού από την άμυνα στην επίθεση, ενώ για τον Guardiola το μέσο για τη διασφάλιση των αναγκαίων υπεραριθμιών ώστε να διατηρείται ποιοτική κατοχή της μπάλας κατά τη φάση επίθεσης.

 

Συντάκτης: Θωμάς Ψήμμας από την ποδοσφαιρική σελίδα Κάθε Κυριακή. Μπορείτε να βρείτε την εκπληκτική σελίδα στο Facebook ΕΔΩ.