Η Αγγλία, το μεγαλείο του Πούσκας και το «Ματς του Αιώνα»

Στις 25 Νοέμβρη του 1953 η Αγγλία θα γνώριζε τη συντριβή από τη «μεγάλη» Ουγγαρία του Φέρεντς Πούσκας με 6-3 στο Γουέμπλεϊ, σε έναν αγώνα που άλλαξε ριζικά το ποδόσφαιρο.

Το ημερολόγιο έγραφε 25 Νοεμβρίου, το έτος 1953. Οι Άγγλοι επρόκειτο να φιλοξενήσουν την εθνική ομάδα της Ουγγαρίας, στην οποία αγωνιζόταν τότε ο ποδοσφαιριστής (και αθλητής) ορόσημο της χώρας, Φέρεντς Πούσκας. Αυτή, δεν θα ήταν και η μοναδική φορά ιστορικά που το Γουέμπλεϊ θα υποδεχόταν τον Ούγγρο αστέρα. Στις 2 Ιουνίου του 1971 ο Πούσκας θα επέστρεφε στο Λονδίνο, αυτή τη φορά ως προπονητής του Παναθηναϊκού για λογαριασμό του τελικού Κυπέλλου Πρωταθλητριών, όπου και θα αντιμετώπιζε τον Άγιαξ του Γιόχαν Κρόιφ.

Τα «Τρία Λιοντάρια», ως η ομάδα της χώρας που έφερε πρώτη στον κόσμο την ιδέα του ποδοσφαίρου, κρατούσαν εξαρχής στα χέρια τους ένα αήττητο σερί, όταν έρχονταν αντιμέτωποι με μη βρετανικές ομάδες. Αναπόφευκτα θα έλεγε κάποιος ότι είχαν το κύρος του φαβορί και θεωρούσαν τους εαυτούς τους έμφυτα ανώτερους από τον οποιονδήποτε.

Από την άλλη πλευρά όμως, οι Μαγυάροι έκαναν κάτι παραπάνω από αισθητή την παρουσία τους εκείνα τα χρόνια στο παγκόσμιο ποδοσφαιρικό στερέωμα και δη, στο διάστημα 194953, μέσα στο οποίο δεν έχασαν ούτε μία φορά. Ένα αήττητο, που όχι απλώς διατηρήθηκε στο Γουέμπλεϊ, αλλά έμελλε να διαδραματίσει καταλυτικότατο ρόλο στη συνολική ανάπτυξη του αθλήματος, και το οποίο σταμάτησε, όταν η Ουγγαρία έφτασε μέχρι τον «άτυχο», όπως τον αποκάλεσαν, τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1954 στη Βέρνη της Ελβετίας, όπου και ηττήθηκε από τη Δυτική Γερμανία.

ουγγαρία δυτική γερμανία

Τι ήταν όμως αυτό που χαρακτήρισε την εν λόγω αναμέτρηση και την καθιέρωσε ως το «Ματς του Αιώνα»; Το ότι έχασε επιτέλους η Αγγλία; Το ευρύ σκορ με το οποίο επήλθε η ήττα; Ή μήπως η απόδειξη ότι το ποδόσφαιρο δεν «ανήκει» αποκλειστικά στους Άγγλους; Η απάντηση απλή. Είναι όλα αυτά μαζί, συν κάτι ακόμα, εξίσου -ενδεχομένως και περισσότερο- σημαντικό.

Δεδομένα μέχρι και εκείνη την εποχή ο σχηματισμός που χρησιμοποιούσαν οι προπονητές, όχι μόνο στο Νησί, δεν ήταν άλλος από το κλασικό 3-2-5 (σημερινό επιθετικογενές 3-4-3), ευρέως γνωστό και ως σχηματισμός «WM», κυρίως λόγω του ότι ο τρόπος με τον οποίο εμφανίζονται στο χορτάρι οι παίκτες, από την άμυνα στην επίθεση, σχηματίζει αυτά τα δύο γράμματα.

Εδώ λοιπόν έρχεται να προστεθεί το τελευταίο σκέλος της απάντησης στην προαναφερθείσα ερώτηση. Η Ουγγαρία συνθλίβει την Αγγλία με το εκκωφαντικό 3-6 μέσα στο Γουέμπλεϊ, παίζοντας ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο. Γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι ο όρος «ολοκληρωτικό» δεν είχε ακουσθεί ως τότε για καμία άλλη ομάδα. Την «κεφαλή» του πάγκου των Μαγυάρων αποτελούσε ο αλησμόνητος Γκούσταβ Σέμπες, που ως προπονητής έφερε αναμφίβολα την επανάσταση στο ποδόσφαιρο και μαζί με τον Μπέλα Γκούτμαν και τον Μάρτον Μπούκοβι αποτέλεσαν το προπονητικό τρίπτυχο της σπουδαίας -όπως αποδείχθηκε- ουγγρικής σχολής ποδοσφαίρου.

πούσκας 1953

Αξίζει σε αυτό το σημείο να σταθούμε για λίγο στους δύο εκ των τριών κυρίων, τον Γκούτμαν και τον Μπούκοβι. Αυτό, διότι αρκετοί ίσως να τους έχετε ακούσει (ή και να τους έχετε ζήσει) ως προπονητές σε συλλόγους της χώρας μας. Ο πρώτος παραμένει μέχρι και σήμερα ο μοναδικός στην ποδοσφαιρική ιστορία που κατόρθωσε να κατακτήσει τίτλους σε πέντε διαφορετικές χώρες. Ένας τακτικιστής γυρολόγος, όπως αποδεικνύεται και από το βιογραφικό του, ο οποίος έιχε μεταξύ άλλων ένα πολύ σύντομο και άδοξο πέρασμα από τον Παναθηναϊκό το 1967. Ο δε Μπούκοβι, που ασπάστηκε και εξέλιξε το σύστημα με τετράδα στην άμυνα, είχε οδηγήσει τον Ολυμπιακό στην κατάκτηση δύο πρωταθλημάτων (1966,1967), καταφέρνοντας με το ποδόσφαιρο που έπαιζε η κατά κόσμον «ομαδάρα του Μπούκοβι» να αναγράφεται στους «Θρύλους» του συλλόγου.

Η αγωνιστική διαφορά των δύο ομάδων και η κυριαρχία των φιλοξενούμενων στο γήπεδο είναι εμφανείς. Οι Ούγγροι κατακλύζουν το μήκος του αγωνιστικού χώρου, όντας σε διάταξη 4-2-4. Το όποιο άγχος υπήρχε πριν την έναρξη του παιχνιδιού, απομακρύνθηκε μόλις στα πρώτα 60 δευτερόλεπτα. Τόσο χρειάστηκαν οι «Μαγικοί Μαγυάροι», όπως τους είχαν κατονομάσει οι φίλαθλοι, για να προηγηθούν. Σε ένα τέτοιου βεληνεκούς ματς, θα ήταν εντελώς παράδοξο να μην υπάρχει κάπου και η υπογραφή του Πούσκας.

Οι συνθέσεις των δύο ομάδων:

Αγγλία (Γουόλτερ Γουιντερμπότομ): Τζιλ Μέρικ (Μπέρμιγχαμ Σίτι), Αλφ Ράμσεϊ (Τότεναμ), Μπιλ Έκερσλι (Μπλάκμπερν), Μπίλι Ράιτ (Γουλβς), Χάρι Τζόνστον (Μπλάκπουλ), Τζίμι Ντίκινσον (Πόρτσμουθ), Στάνλεϊ Μάθιους (Μπλάκπουλ), Έρνι Τέιλορ (Μπλάκπουλ), Σταν Μόρτενσεν (Μπλάκπουλ), Τζάκι Σιούελ (Σέφιλντ Γουένσντεϊ), Τζορτζ Ρομπ (Τότεναμ).

Ουγγαρία (Γκούσταβ Σέμπες): Γκιούλα Γκρόσιτς (Χόνβεντ-78′ Σάντορ Γκέλερ), Γένε Μπουζάνσκι (Ντόρογκι), Μιχάλι Λάντος (Βέρες Λόμπογκο), Γκιούλα Λόραντ (Χόνβεντ), Γιόζεφ Μπόζικ (Χόνβεντ), Γιόζεφ Ζακαρίας (Βέρες Λόμπογκο), Λάζλο Μπούνταϊ (Χόνβεντ), Σάντορ Κότσις (Χόνβεντ), Νάντορ Χιντεγκούτι (Βέρες Λόμπογκο), Φέρεντς Πούσκας (Χόνβεντ), Ζόλταν Τσίμπορ (Χόνβεντ).

Μπροστά σε ένα κατάμεστο Γουέμπλεϊ και με τους φιλοξενούμενους να προηγούνται με ευκολία από το ημίχρονο (4-2), ο στράικερ της Ουγγαρίας σημείωσε ένα τέρμα, για το οποίο μιλούν μέχρι σήμερα. Αφότου έλαβε και έθεσε υπό τον έλεγχό του τη μπάλα στην περιοχή, έπειτα από σέντρα του Ζόλταν Τσίμπορ, απέφυγε με κοφτή ντρίπλα το τάκλιν του Μπίλι Ράιτ και έστειλε την μπάλα στα δίχτυα, πετυχαίνοντας ένα γκολ που όπως εξιστορεί κι ο ίδιος στο βιβλίο του «όλοι το θυμούνται μέχρι και σήμερα».

Όπως αναμενόταν, η υποδοχή στον σιδηροδρομικό σταθμό της Βουδαπέστης ήταν ηχηρή. Στις 150.000 υπολογίζεται περίπου ο κόσμος που έσπευσε να καλωσορίσει τους «μάγους» του Σέμπες, ενώ μέχρι και σήμερα το «Ματς του Αιώνα» απεικονίζεται σε διάσπαρτα σημεία ανά τη Βουδαπέστη. Για την ιστορία, οι δύο ομάδες αναμετρήθηκαν ξανά έξι μήνες αργότερα, αυτή τη φορά στην ουγγρική πρωτεύουσα και στο γεμάτο με 92.000 θεατές Νεπστάντιον, με τις προθέσεις των Άγγλων για εκδίκηση να είναι ξεκάθαρες. Τελικό σκορ; Ουγγαρία – Αγγλία 7-1!

Δεν ήταν όμως μόνο οι Άγγλοι τα θύματά τους. Η κατά τεκμήριο καλύτερη ομάδα του Μουντιάλ του ’54 σκόραρε κατά ριπάς, σκορπώντας τον τρόμο στους αντιπάλους της. Με την τετράδα στην άμυνα, τους δύο κεντρικούς σε ελεύθερο ρόλο, τους πλαϊνούς να δίνουν κυρίως λύσεις επιθετικά και τα δύο φορ να πιέζουν μανιωδώς. Ένα σύστημα, το οποίο υιοθέτησε και με το οποίο μεγαλούργησε μετέπειτα η Βραζιλία. Ωστόσο, το γεγονός ότι δεν κατέκτησε την κορυφή κάποιας μεγάλης διοργάνωσης την άφησε αιωνίως γνωστή ως «τη βασίλισσα που ποτέ δεν φόρεσε στέμμα». Το 1956 η αιματηρή ουγγρική επανάσταση στους κομμουνιστικούς κόλπους της χώρας έβαλε τέλος στη ποδοσφαιρική δυναστεία του Πούσκας, του Σέμπες και της υπόλοιπης παρέας τους.

πούσκας 1953

Αυτή η γερή, διπλή, «σφαλιάρα» των Ούγγρων στη γενέτειρα του «όμορφου παιχνιδιού» έμελλε να μετουσιώσει το ποδόσφαιρο σε ένα άκρως τακτικό, σύνθετο και σαφέστατα πιο εντυπωσιακό άθλημα. Σεβόμενοι πάντα τους εμπνευστές του αθλήματος, απέδειξαν στους ίδιους, αλλά και στον υπόλοιπο πλανήτη, ότι το ποδόσφαιρο μπορεί να εξελιχθεί και να συνεχίσει να εξελίσσεται, όχι απαραίτητα εντός των βρετανικών συνόρων, με τις πολυάριθμες τακτικές παρεμβάσεις ανά τα χρόνια (όπως της ολλανδικής σχολής τις δεκαετίες ’60 και ’70) να το εκσυγχρονίζουν διαρκώς και να το φτάνουν στο σημείο που βρίσκεται σήμερα.

Η Αγγλία από την πλευρά της, προσπαθώντας να επουλώσει τις πληγές της και να συνειδητοποιήσει ότι δεν παίζει πλέον μπάλα μόνη της, βρήκε το «αντίδοτο» στο πρόσωπο του Αλφ Ράμσεϊ που είχε μάλιστα αγωνιστεί στην αναμέτρηση του ’53. Όταν ανέλαβε την εθνική ομάδα το 1962, εφάρμοσε φανερά επηρεασμένος από τους Ούγγρους και με αρκετά μεγάλη επιτυχία το σύστημα 4-4-2, όπου οι (σημερινοί) εξτρέμ θα προσέθεταν ακόμη περισσότερο πλάτος και οι δύο επιθετικοί θα έδιναν χώρο στα δύο κεντρικά του χαφ να δημιουργήσουν. Το 1966 ο –μετέπειτα σερ– Αλφ οδήγησε τα «Τρία Λιοντάρια» στην κορυφή του κόσμου, σε έναν θρίαμβο που… όφειλε ως έναν βαθμό στους «Μαγικούς Μαγυάρους».

Διαβάστε επίσης για την άνευ προηγουμένου μάχη στη Νάσιοναλ Λιγκ, όχι μόνο για τον τίτλο, αλλά και το βραβείο του πρώτου σκόρερ!