Τζόνι Κρόσαν: Ο Ιρλανδός που αδικήθηκε όσο κανείς

Ο Τζόνι Κρόσαν πρόκειται για έναν παίκτη, ο οποίος έχει αδικηθεί όσο λίγοι από την English Football League και τη Irish Football League.

 

Ο Τζόνι Άντριου Κρόσαν γεννήθηκε στις 29 Νοεμβρίου του 1938 στο Ντέρι, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Βόρειας Ιρλανδίας. Είχε έναν μεγαλύτερο κατά δεκατρία χρόνια αδερφό, τον Έντι ο οποίος ήταν ποδοσφαιριστής και από τον οποίο εμπνεύστηκε και και προσπάθησε και ο ίδιος να ακολουθήσει την ίδια καριέρα. Σε αντίθεση με τον αδερφό του, ο οποίος ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα στη Γκλεντόραν (την ομάδα που κάποτε απέρριψε τον Τζορτζ Μπεστ), ο Τζόνι ξεκίνησε από την ομάδα της πόλης του, η οποία δεν είναι άλλη από τη Ντέρι Σίτι. Ήταν μόλις δεκαέξι χρονών όταν ξεκίνησε το ποδοσφαιρικό του ταξίδι. Ένα ταξίδι που παραλίγο να λήξει άδοξα εξαιτίας των διοικούντων της ίδιας της ομάδας που του έδωσε την ευκαιρία να το ξεκινήσει.

Ο νεαρός Κρόσαν, ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα το 1954. Εκείνη την εποχή, οι ιρλανδικές ομάδες, δεχόντουσαν «επισκέψεις» από πολλούς σκάουτερς που δούλευαν για λογαριασμό αγγλικών ομάδων. Αρκούσε ένα καλό παιχνίδι κάποιου παίκτη για να μαζευτούν στο επόμενο παιχνίδι της ομάδας απεσταλμένοι των αγγλικών ομάδων για να διαπιστώσουν ιδίοις όμμασι το αν όντως επρόκειτο για κάποιο νέο ταλέντο το οποίο θα άξιζε να «κυνηγήσουν». Έτσι συνέβη και με τον Κρόσαν, ο οποίος ήταν πράγματι ένας εξαιρετικός επιθετικός. Μέσω των επιδόσεων του, ο Κρόσαν κατάφερε να «κερδίσει» την εκτίμηση τόσο των Ιρλανδών όσο και των Άγγλων. Μάλιστα, υπήρξαν μέσα τα οποία αναφέρονταν σε αυτόν ως «το 19χρονο παιδί θαύμα του ιρλανδικού ποδοσφαίρου» καθώς επίσης και ως «ο Ιρλανδός Τζίμι Γκριβς». Όπως ήταν λογικό, όλος αυτός ο ντόρος γύρω από το όνομα του, δεν άργησε να κεντρίσει το ενδιαφέρον των αγγλικών ομάδων.

 

 

Χάρη στο ταλέντο του, άνθρωποι από τη Σέφιλντ Γιουνάιτεντ, την Άρσεναλ αλλά και τη Νότιγχαμ Φόρεστ έστειλαν απεσταλμένους προκειμένου να καταφέρουν να «αποκτήσουν» τον νεαρό Κρόσαν. Μάλιστα, για τις δύο τελευταίες είχε ταξιδέψει και ο ίδιος στην Αγγλία, όμως τελικά δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν. Όλα άλλαξαν όταν αποφάσισε να συμμετάσχει στο «κυνήγι» του Ιρλανδού η Σάντερλαντ. Οι «Μαυρόγατες» έκαναν μια πολύ καλή πρόταση για τα δεδομένα εκείνης της εποχής. Συγκεκριμένα, πρόσφεραν στη Ντέρι Σίτι £6.000, που για την εποχή εκείνη ήταν ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό. Θα περίμενε κανείς πως τα πράγματα θα γινόντουσαν πολύ πιο απλά μετά από αυτή την πρόταση. Αντ’ αυτού, η πρόταση αυτή έφερε σε ρήξη τον Κρόσαν και τη διοίκηση της Σάντρελαντ.

Την εποχή εκείνη, η πλειοψηφία των νεαρών ποδοσφαιριστών που αγωνίζονταν στο ιρλανδικό πρωτάθλημα ήταν ερασιτέχνες, όμως οι ομάδες δικαιούνταν να πουλήσουν μόνο τους επαγγελματίες παίκτες τους. Φυσικά όταν δεχόντουσαν κάποια ενδιαφέρουσα πρόταση, προσέφεραν επαγγελματικό συμβόλαιο στους παίκτες, και τους πουλούσαν άμεσα, ρισκάροντας έτσι το να τους καταγγείλει κάποιος στην Irish Football League και να τιμωρηθούν. Έτσι και ο Κρόσαν επρόκειτο να λάβει επαγγελματικό συμβόλαιο όταν η Ντέρι έλαβε την πρόταση της Σάντερλαντ, προκειμένου οι Ιρλανδοί να γεμίσουν τα ταμεία τους. Εκεί που «την πάτησε» η ομάδα ήταν στην πρόταση που έκανε στον παίκτη. Συγκεκριμένα, η Ντέρι πρότεινε στον Κρόσαν να μοιραστούν τα λεφτά της μεταγραφής του ισόποσα και να πάρει η κάθε πλευρά από £3.000. Ο νεαρός επιθετικός διαφώνησε και τους πρότεινε να πάρουν £1.000 και τα υπόλοιπα να τα κρατήσει ο ίδιος και όταν αυτοί διαφώνησαν, επήλθε η οριστική ρήξη μεταξύ του Κρόσαν και των διοικούντων της Ντέρι Σίτι, η μεταγραφή ακυρώθηκε και ο παίκτης παρέμεινε ως ερασιτέχνης για τον έναν χρόνο που του απέμενε στην ομάδα.

 

 

Όταν ολοκλήρωσε τις υποχρεώσεις του με την Ντέρι Σίτι, ο Κρόσαν «μετακόμισε» στην ιρλανδική Κολερέιν ως ερασιτέχνης, άρα χωρίς να έχει κέρδος η Ντέρι Σίτι από αυτή την κίνηση. Οι διοικούντες της προηγούμενης ομάδας του, έχοντας παρεξηγηθεί με τη στάση του Κρόσαν, προχώρησαν με το που αποχώρησε από την ομάδα, σε μια κίνηση που προδίδει τις κάκιστες σχέσεις που είχαν πλέον με τον νεαρό ιρλανδό.  Συγκεκριμένα, κατήγγειλαν την ίδια τους την ομάδα στην Irish Football League για παράνομη προσφορά πληρωμής σε ερασιτέχνη, βασισμένοι στο ότι εφόσον ο Κρόσαν ήταν πρόθυμος να δεχθεί την συμφωνία, θα δεχόταν και αυτός κυρώσεις για το συμβάν. Μάλιστα, για να επιβαρύνουν κι άλλο τη θέση του επιθετικού, κατήγγειλαν πως τον πλήρωναν ενώ ήταν ερασιτέχνης, με £1,50 ανά αγώνα, που σε σημερινά λεφτά, μεταφράζεται σε κάτι παραπάνω από £20. Τέλος, έχοντας επίγνωση του πόσο πολύ ενδιαφέρονταν οι αγγλικές ομάδες να αποκτήσουν τον Κρόσαν, ανέφεραν στην Irish Football League πως σε περίπτωση που ο ιρλανδός ακολουθήσει την ίδια τακτική για να πάρει μεταγραφή από την Κολερέιν, θα απαιτήσουν να γίνει διεξοδική έρευνα.

Όπως είναι λογικό, δεν άργησε καθόλου να εμφανιστεί κάποια ενδιαφερόμενη αγγλική ομάδα για να αποκτήσει τον Κρόσαν. Αυτή τη φορά ήταν η Μπρίστολ Σίτι, η οποία προσέφερε μεγαλύτερο ποσό από αυτό που προσέφερε η Σάντερλαντ στη Ντέρι Σίτι για να τον αποκτήσει. Συγκεκριμένα, η μεγάλη ομάδα του Μπρίστολ, προσέφερε £7.000 για να εντάξει τον νεαρό ιρλανδό επιθετικό στο ρόστερ της. Για κακή τύχη όλων των εμπλεκομένων όμως, γραμματέας της EFL εκείνη την περίοδο ήταν ο σκληροτράχηλος Άλαν Χάρντακερ, οποίος γνώριζε για την καταγγελία της Ντέρι Σίτι. Έτσι, η Μπρίστολ Σίτι, ενημερώθηκε από την EFL πως όχι μόνο δεν γινόταν αποδεκτή η μεταγραφή του Κρόσαν σε αυτή, αλλά ότι ο εν λόγω παίκτης δεν θα μπορούσε να «μετακομίσει» σε κανέναν αγγλικό σύλλογο ποτέ, βάζοντας έτσι ένα τέλος στα όνειρα του μέχρι τότε ερασιτέχνη ποδοσφαιριστή για μια επαγγελματική ποδοσφαιρική καριέρα.

 

 

Τόσο η Κολερέιν, όσο και η Μπρίστολ Σίτι έσπευσαν να διαμαρτυρηθούν για την απόφαση του τότε προέδρου της EFL, Τζο Ρίτσαρντς και να υπερασπιστούν τον νεαρό επιθετικό, αναφέροντας πως έχει πέσει θύμα της διοίκησης της Ντέρι Σίτι και πως έχει στερηθεί τα πάντα προκειμένου να φτάσει στο σημείο του να μπορεί να αγωνιστεί επαγγελματικά. Η EFL έκανε λόγο για bullying που της ασκούσαν οι δύο ομάδες και δεν δέχθηκε να υποχωρήσει. Έτσι, ο Κρόσαν επέστρεψε στην πατρίδα του και αναγκαστικά περίμενε να ολοκληρωθεί η έρευνα που ξεκίνησε από την Irish Football League, ελπίζοντας πως θα δικαιωθεί. Κατά τη διάρκεια της έρευνας, τόσο ο ίδιος όσο και άλλοι ποδοσφαιριστές και παράγοντες ομάδων, βρέθηκαν στο Μπέλφαστ για να καταθέσουν για τα ποσά που έλαβαν και έδωσαν, ομολογώντας ουσιαστικά τις παρατυπίες τους, μιας και ήταν άγραφος κανόνας πως αυτό συνέβαινε.

Τον Ιανουάριο του 1959, η επιτροπή που συγκροτήθηκε από τους εκπροσώπους των ομάδων του πρωταθλήματος, ανακοίνωσε την ετυμηγορία της. Τόσο στην Κολερέιν όσο και στη Ντέρι Σίτι επιβλήθηκαν πρόστιμα για τις παρατυπίες που είχαν διαπράξει, ωστόσο ο άτυχος Κρόσαν έλαβε την αυστηρότερη ποινή απ’ όλους, τη δια βίου απαγόρευση της οποιασδήποτε μορφής ενασχόλησης του με το ποδόσφαιρο και μάλιστα σε παγκόσμιο επίπεδο. Κάπως έτσι, όλος ο ποδοσφαιρικός κόσμος της Μεγάλης Βρετανίας και της Ιρλανδίας, βρέθηκε να συζητάει για την καταδίκη του Τζόνι Κρόσαν από την επιτροπή και το πόσο άδικη ήταν αυτή. Οπαδοί όλων των ομάδων αλλά και τα μέσα της εποχής, ενώθηκαν κατά της απόφασης αυτής, κατακρίνοντας αυτούς που την έλαβαν για την αυστηρότητα που αντιμετώπισαν έναν νέο άνθρωπο που είχε σαν όνειρο να ζήσει από αυτό που αγαπά. Μάλιστα, ο Guardian χαρακτήρισε την απόφαση αυτή «αηδιαστικά άδικη», ενώ ανέφερε πως είναι απόδειξη για την «έλλειψη ανθρωπιάς και δικαιοσύνης» που διακατείχε την επιτροπή.

 

 

Έχοντας στο πλευρό του το σύνολο του ποδοσφαιρικού κόσμου και απέναντι του μόνο την επιτροπή και τη Ντέρι Σίτι, ο Κρόσαν άσκησε έφεση, μήπως και καταφέρει να δικαιωθεί. Έτσι, λίγους μήνες μετά, μπορεί να μην άρθηκε πλήρως η απόφαση που είχε λάβει την πρώτη φορά η επιτροπή, όμως λαμβάνοντας υπόψιν την κατακραυγή του κόσμου, αποφάσισε να περιορίσει την απαγόρευση μόνο εντός των συνόρων. Έτσι, ο Κρόσαν μετακόμισε στην Ολλανδία και συγκεκριμένα στο Ρότερνταμ για να αγωνιστεί με τη φανέλα της Σπάρτα Ρότερνταμ, στην οποία και παρέμεινε για δύο χρόνια και μετά πήρε μεταγραφή για τη Στάνταρ Λιέγης. Μπορεί ο Ιρλανδός επιθετικός να είχε καταφέρει να γίνει επαγγελματίας και να ζει από το ποδόσφαιρο, όμως δεν αρκέστηκε σε αυτό και συνέχισε να «πολεμά» την άδικη απόφαση που του στερούσε να παίξει στην πατρίδα του και έτσι άσκησε και πάλι έφεση, με την ελπίδα πως αυτή τη φορά δεν θα αλλάξει απλά η απόφαση της επιτροπής αλλά θα αρθεί πλήρως.

Αυτή τη φορά χρειάστηκε να περιμένει τέσσερα χρόνια, κατά τα οποία παρέμεινε στο εξωτερικό παίζοντας για λογαριασμό των προαναφερθέντων ομάδων. Η Irish Football League είχε αποφασίσει και πάλι να μην κάνει τη χάρη στον Κρόσαν, ωστόσο αυτός που ανέτρεψε τα δεδομένα υπέρ του Ιρλανδού, ήταν ο τότε πρόεδρος της Σάντερλαντ, Σιντ Κόλινγκς. Ο Κόλινγκς έβγαλε για ποτό τον πρόεδρο της Irish Football League, Χάρι Κάβαν και χρησιμοποιώντας τις ισχυρές γνωριμίες του, κατάφερε να τον πείσει να άρουν την άδικη απόφαση που είχαν λάβει. Έτσι, με το που άρθηκε η απαγόρευση, ο Κόλινγκς αναχώρησε για το Βέλγιο, προκειμένου να καταφέρει αυτή τη φορά να «ντύσει» με τη φανέλα των «Μαυρόγατων» τον πολυπόθητο παίκτη που η ομάδα του ήθελε εδώ και τόσα χρόνια. Κάνοντας μια πρόταση £27.500 στη Στάνταρ Λιέγης, κατάφερε να κλείσει την συμφωνία και έτσι ο Ιρλανδός επέστρεψε στη Μεγάλη Βρετανία για να περάσει τα επόμενα οκτώ χρόνια στη Σάντερλαντ, τη Μάντσεστερ Σίτι και τη Μίντλεσμπρο, μέχρι να ξαναφύγει και πάλι για το Βέλγιο, αυτή τη φορά για χάρη της Τόνγκερεν, στην οποία αγωνίστηκε για μια πενταετία, μέχρι το τέλος της καριέρας του. Φυσικά, επέστρεψε και στην αγαπημένη του εθνική ομάδα της Βορείου Ιρλανδίας, για την οποία έπαιξε σε 24 αγώνες.